Από τη Μικρασία στην Κύπρο

«Το σπίτι τους στην Αλλαγιά, έξω στην εξώπορτα, είχε οικόσημο ένα φίδι με τριαντάφυλλα. Στην αυλή του σπιτιού μια μεγάλη στέρνα μέσα στην οποία μάζευαν βρόχινο νερό για να το χρησιμοποιούν το καλοκαίρι που δεν είχαν νερό τρεχάτο, όπως εδώ, στα σπίτια τους. Η αυλή ήταν γεμάτη δένδρα. Όταν έμπαινες μέσα στο σπίτι, το ισόγειο ήταν οι αποθήκες τους, ανέβαινες τη σκάλα και στο τέρμα υπήρχε ένα σκαλιστό ερμάρι, έβγαζαν τα παπούτσια τους και έβαζαν παντούφλες ωραιότατες κεντημένες και κυκλοφορούσαν μέσα στο σπίτι που ήταν όλο στρωμένο με χαλιά.»

Είναι, το παραπάνω, ένα μικρό απόσπασμα από όσα θυμάται σήμερα από τις αφηγήσεις της γιαγιάς της μια Κυπρία, εγγονή Μικρασιάτισσας που ύστερα από την καταστροφή του 1922 εγκαταστάθηκε στο νησί μας. Περιλαμβάνεται, μαζί με άλλες 22 μαρτυρίες προσφύγων του 1922 (πρώτης, δεύτερης και τρίτης γενιάς), στο Ημερολόγιο του 2014 του Συνδέσμου Μικρασιατών Κύπρου.

Οι μαρτυρίες που περιέχονται στο Ημερολόγιο προέρχονται από μέλη προσφυγικών οικογενειών από την Αλλαγιά, το Ανεμούριο, την Αντιόχεια, την Αττάλεια, την Κιουτάχεια, τα Κυλίνδρια, τη Μερσίνα, τη Σελεύκεια, τη Σίλλη, τη Σμύρνη, τη Φιλαδέλφεια.  Μεταφέρουν με αγάπη και τρυφερότητα ανθρώπινες ιστορίες για τον πόνο, την καταστροφή, τα όσα φοβερά διαδραματίστηκαν στα μικρασιατικά παράλια και για όσα και όσους έμειναν πίσω: «Ο προπάππος είχε άλλα 11 αδέλφια. Εκείνα έμειναν στη Σμύρνη. Τα εννέα χάθηκαν στην καταστροφή. Κανένας δεν ξέρει λεπτομέρειες.» Για τη φρίκη της κραυγής «Καίγεται η Σμύρνη»… Για τη νοσταλγία των προσφύγων για την επιστροφή στην προγονική γη: Ο Γιαννής Γεωργίου Πρόσφυγας, που γεννήθηκε το 1908 στο Ανεμούριο και έγινε πρώτη φορά πρόσφυγας το 1922, δεύτερη φορά το 1958, φεύγοντας διωγμένος από τη Λεύκα, και τρίτη το 1974 από το Λευκόνοικο, μέχρι λίγο πριν πεθάνει το 1992, έλεγε στον γιο του «πως αν πήγαινε στο χωριό του και του έδεναν τα μάτια για να μην βλέπει, ψηλαφώντας τους τοίχους θα έβρισκε το σπίτι που γεννήθηκε και τον μύλο τους». Για τις ανυπέρβλητες δυσκολίες που έπρεπε να ξεπεράσουν οι πρόσφυγες στην αγγλοκρατούμενη Κύπρο. Για την ανθρώπινη αφοσίωση στον γείτονα και στον παιδικό φίλο, που ξεπερνούν, κάποιες φορές, θρησκείες και εθνικότητες: Τα παιδιά του Χασάν Μπακιρέλ από τη Σίλλη του Ικονίου, το 1966, ακολουθώντας την τελευταία πατρική επιθυμία κατάφεραν να εντοπίσουν στην Αθήνα την «δόνα Καλλιόπη» και να της στείλουν σε ένα ξύλινο κιβώτιο το μπαούλο που του είχε εμπιστευτεί το 1922, με το νυφικό της και την παραδοσιακή στολή της πατρίδας της. Για συγκλονιστικές ιστορίες προσφύγων που αντάμωσαν με χαμένους συγγενείς ύστερα από δεκαετίες. Όπως ο Νίκος Χατζηγεωργίου Ξυδκιάς, που συνάντησε τη μητέρα του τον Δεκέμβριο του 1954, στην πατρίδα, στη Σελεύκεια, όπου μετά τον θάνατο του πατέρα του είχε κάνει νέα οικογένεια, αλλά και την αδελφή του που κατάφερε να φτάσει και να ριζώσει στην Αθήνα.

Το Ημερολόγιο κυκλοφόρησε με επιμέλεια της Μόνας Σαββίδου Θεοδούλου και το συστήνουμε ανεπιφύλακτα. Είναι μια εξαιρετική έκδοση, μοναδικής ωραιότητος, για τη μικρασιατική ρωμιοσύνη και τις ανεξίτηλες προσφυγικές μνήμες των παιδιών μιας σύγχρονης τραγικής Νιόβης… 

Σχολιάστε..