Μνήμη Χριστόδουλου Σώζου (1872-1912)

Συμπληρώνονται σήμερα, 6 Δεκεμβρίου, 101 χρόνια από τον θάνατο στο Μπιζάνι, στη διάρκεια της πολιορκίας των Ιωαννίνων, του Δημάρχου Λεμεσού, τέως βουλευτή (για δύο περιόδους, 1901-1911) και μέλους του Εκτελεστικού Συμβουλίου, Χριστόδουλου Σώζου. Ο Σώζος άφησε ανεξίτηλη τη σφραγίδα του στην κυπριακή ιστορία και είχε πληθωρική δραστηριότητα, ως βουλευτής, ως δήμαρχος, ως δικηγόρος, ως συνιδρυτής του ΓΣΟ και της Ατμοπλοϊκής Εταιρείας Λεμεσού, ως άνθρωπος. Ήταν ο πρώτος Κύπριος βουλευτής που εμφανιζόταν στις συνεδριάσεις του Νομοθετικού Συμβουλίου πάντοτε άριστα προετοιμασμένος, μελετώντας τη βρετανική νομοθεσία και τη σύγχρονη ιστορία της Αγγλίας, καταφέρνοντας  έτσι να φέρνει σε δύσκολη θέση την αποικιακή κυβέρνηση. Ουσιαστικά ο Σώζος ήταν ο πρώτος που άσκησε συστηματική και ουσιαστική αντιπολίτευση εναντίον των Βρετανών εντός της Βουλής, κερδίζοντας και τον σεβασμό τους.

Έμελλε, όμως, η μεγαλύτερη προσφορά ενός τόσο σπουδαίου ανθρώπου στην πατρίδα του να ήταν ο θάνατός του στο Μπιζάνι, ως ενός απλού και ανώνυμου «άγνωστου στρατιώτη», ανάμεσα στους εκατοντάδες πεσόντες αξιωματικούς και οπλίτες του ελληνικού στρατού στους Βαλκανικούς πολέμους του 1912-1913, του οποίου μάλιστα ο τάφος δεν βρέθηκε ποτέ.

Στο βιβλίο της Ελένης Χατζούδη Τούντα, Ταξιδεύοντας από την Αθήνα στο Μπιζάνι. Μέσα από τα φύλλα των εφημερίδων του 1912-1913, Ιωάννινα: Εταιρεία Ηπειρωτικών Μελετών 2012, γίνεται μια ευρεία ανασκόπηση της φονικής πολιορκίας των Ιωαννίνων μέσα από τις αθηναϊκές εφημερίδες του 1912-1913. Πρόκειται για μια εξαιρετική έκδοση, καρπό πολύμοχθης προσωπικής έρευνας, από τις πιο σημαντικές που έχουν κυκλοφορήσει για την επέτειο των 100 χρόνων από τους Βαλκανικούς πολέμους. Από το βιβλίο της Ελένης Τούντα αποσπώ για το σημερινό σημείωμα ένα τμήμα εκτενούς ανταπόκρισης που δημοσιεύθηκε στην αθηναϊκή «Πατρίδα» της 5ης Ιανουαρίου 1913 και περιγράφει την τελευταία μάχη του Χριστ. Σώζου, στις 6 Δεκεμβρίου 1912.

Η φωνή του Σώζου

Το ντουφεκίδι είχεν ανάψει στα γερά. Ο κ. Γιώτης [: υπολοχαγός Αναστάσιος Κ. Γιώτης, διοικητής του 3ου λόχου του 2ου Συντάγματος Πεζικού της 2ας Μεραρχίας, σκοτώθηκε στη μάχη του Κιλκίς, τον Ιούνιο του 1913, στον Β΄ Βαλκανικό πόλεμο] ήτο τρελλά ενθουσιασμένος από την διαγωγήν των στρατιωτών του.

-Μπράβο σας παιδιά, εφώναζε.

-Ακόμα λίγο και τους φάγαμε.

Δίπλα του επολεμούσε κάποιος στρατιώτης όρθιος. Κάθε τόσον εφώναζε του κ. Γιώτη:

-Κυρ λοχαγέ, τον εκτύπησα κι αυτόν.

-Να, κυττάξτε, κύριε λοχαγέ, πώς θα την φάγη.

-Ως τώρα τέσσαρες έχω κτυπήσει. Σας ορκίζομαι, κύριε λοχαγέ, τέσσαρες.

Και διαρκώς επικαλείτο την προσοχήν του λοχαγού τους εις τας επιτυχίας του. Ήτο ο Σώζος. Είχε ταχθεί εις το πλευρόν του λοχαγού του και επολέμει σαν αληθινός ήρως. Ολίγον παρακάτω έπιπτεν ο Κυπραίος. [: άλλος στρατιώτης του λόχου με το επίθετο Κυπραίος] Ο λοχαγός αντελήφθη με πολλήν θλίψιν τον θάνατον αυτού. Εταράχθηκεν όμως όταν έπαυσε ν’ ακούη την φωνήν του Σώζου. Στρέφει προς το μέρος του και τον βλέπει νεκρόν. Τον πλησιάζει και τον φιλεί εις το μέτωπον, εκεί ακριβώς που η Δόξα απέθετο τον κότινόν της.

Σχολιάστε..