Στην «Επετηρίδα του Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών» (τόμος 2015), που κυκλοφόρησε πρόσφατα, δημοσιεύεται άρθρο μας για ένα άγνωστο κείμενο του Κυπριανού Οικονομίδη που εντοπίσαμε σε αθηναϊκή εφημερίδα του 1862. Ο Κυπριανός Μ. Οικονομίδης (Λευκόνοικο 1833 – Λεμεσός 1886), δάσκαλος και σχολάρχης της Ελληνικής Σχολής Λευκωσίας (1863-1868), μητροπολίτης Κιτίου από το 1868, βουλευτής (1883-1886), ήταν κορυφαία πολιτική και εκκλησιαστική φυσιογνωμία και ηγέτης του ενωτικού κινήματος κατά τα πρώτα χρόνια της βρετανικής διακυβέρνησης. Ήταν, επίσης, θείος και μέντορας τόσο του μεγάλου μας ποιητή, Βασίλη Μιχαηλίδη, όσο και του βουλευτή και τραπεζικού παράγοντα Ιωάννη Οικονομίδη.
Ο εντοπισμός του άγνωστου κειμένου του Κυπριανού για μια περίοδο για την οποία γνωρίζουμε ελάχιστα, κομίζει πολύτιμα στοιχεία για τις επαναστατικές, για την εποχή, αντιλήψεις του, την ευρεία μόρφωση και τα ενδιαφέροντά του, αλλά και τον τρόπο που βίωσε τα ιστορικά γεγονότα που διαδραματίστηκαν στην Αθήνα, την οκταετία που έζησε εκεί (1855-1863).
Το εκτενές κείμενο (περίπου 8.000 λέξεις) δημοσιεύθηκε στη δισεβδομαδιαία εφημερίδα της ελληνικής πρωτεύουσας Αθηνά, σε οκτώ συνέχειες, τον Σεπτέμβριο – Νοέμβριο 1862, την περίοδο των παραμονών και της επαύριον της αντιοθωνικής εξέγερσης και της έξωσης του Όθωνα. Ο Κυπριανός ξεκινά να γράφει ανώνυμα, με τίτλο «Εκκλησιαστικά», τις εντυπώσεις ενός κληρικού που ετοιμαζόταν να απέλθει από την Αθήνα για τη γενέτειρά του, αλλά και τις προτάσεις του για τη βελτίωση των εκκλησιαστικών και εθνικών πραγμάτων. Αφού μεσολάβησε η εξέγερση εκφράζει τη χαρά του επειδή «εξεδιώχθη άπαξ διά παντός ο τύραννος» (ο Όθων) και αποκαλύπτει την ταυτότητά του: Κ. Μ. Οικονομίδης, ιερεύς, Κύπριος σπουδαστής.
Στο κείμενο αναδεικνύονται πτυχές όπως η περιρρέουσα περιφρόνηση που εισέπραττε προσβλητικότατα ένας μορφωμένος νέος κληρικός στην Αθήνα της οθωνικής περιόδου και η σκαιή αντιμετώπισή του από τα κρατικά όργανα, που συγκρίνεται μάλιστα με τον αντίστοιχο σεβασμό προς τον κλήρο στην τουρκοκρατούμενη Κύπρο. Γράφει: «Είχον μεν την δυστυχίαν να γεννηθώ δούλος, αλλά δεν είχον ακούσει την παραμικράν ύβριν από Τούρκον αξιωματικόν, αν και είχον ιδεί τόσους, όσους είδον ενταύθα στρατιώτας!» Άξια ιδιαίτερης μνείας είναι η ριζοσπαστική πρότασή του για κατάργηση της αγαμίας του ανώτερου κλήρου, αλλά και η πεποίθησή του ότι το ζήτημα θα λυνόταν στη «μεθ’ ημάς γενεάν», που δείχνει τόσο την ευρύτητα της σκέψης του όσο το ότι ανάλογα θέματα συζητούνταν ευχερέστερα τις πρώτες δεκαετίες ίδρυσης του ελληνικού κράτους από ότι αργότερα (ή σήμερα…). Αντίστοιχα, με τολμηρό τρόπο θέτει και το ζήτημα της προστασίας των δικαιωμάτων -ως πολιτών- των αποσχηματισθέντων κληρικών.
Ως προς τις πολιτικές απόψεις του Κυπριανού, όπως αυτές διαφαίνονται από το κείμενό του, διαπνέονται από τον δημοκρατικό φιλελευθερισμό της εποχής. Τοποθετεί τον εαυτό του στη «νεολαία», που διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στον αντιδυναστικό αγώνα. Γράφει με περιφρόνηση (και ονόματα) για «τα μισαρά παραδείγματα των διεφθαρμένων πολιτικών» και οικτίρει το ελληνικό έθνος «του οποίου οι άρχοντες έχουν διεστραμμένον τον νουν και διεφθαρμένην την καρδίαν». Από τα πιο σημαντικά σημεία του κειμένου είναι όσα γράφει, με ρητορική έμφαση, απογοητευμένος για όσα συνάντησε στην ελεύθερη Ελλάδα, σε απόλυτη διάσταση με την εξειδανικευμένη εικόνα που είχε διαμορφώσει ως υπόδουλος, στην Κύπρο: «Ω! Είθε μη ηρχόμην εις την Ελλάδα! Ναι, είθε μη ήρχετο κανείς εκ της έξω Ελλάδος! Είχον τόσον λαμπράν ιδέαν περί της Ελλάδος πριν έλθω! Ναι ήναι, φευ! ολιγώτερον επιβλαβές εις την Ελλάδα να μη γνωρίζουν οι έξω τας Αθήνας· ενώ έπρεπε να χρησιμεύουν ως νέαι Θερμοπύλαι νέας Πανελληνίου αμφικτυονίας!» Σκληρά λόγια που απηχούν μια από τις διαχρονικές (φευ!…) σταθερές της απογοήτευσης των αλυτρώτων Ελλήνων (και όχι μόνο της Κύπρου) από την κατάσταση του ελεύθερου ελληνικού κράτους και που αποκτούν ιδιαίτερη σημασία όταν έχουν διατυπωθεί από τον κατοπινό μαχητικό ηγέτη του πρώιμου ενωτικού κινήματος στο νησί μας.
Δημοσιεύθηκε στην εφημ. Ο Φιλελεύθερος, στις 24 Σεπτεμβρίου 2016