«Την Ελλάδα αγαπώ…»

Πριν από λίγες μέρες, μου τηλεφώνησε ένας παλιός φίλος των φοιτητικών  χρόνων στη Θεσσαλονίκη, των αρχών της δεκαετίας του 1980. Μου μίλησε με οδύνη, ανάμικτη με απογοήτευση και θυμό, για τις εικόνες από τις ουρές στα μηχανήματα ανάληψης μετρητών στις τράπεζες στην Ελλάδα. Μεταφέρω τα λόγια του: «Αυτή η χώρα και αυτοί οι άνθρωποι, μας σπούδασαν, μας έδωσαν δωρεάν σίτιση και εισιτήριο «ελευθέρας» στις συγκοινωνίες. Άλλοι από εμάς δουλέψαμε για λίγα χρόνια στην Ελλάδα ως φοιτητές, άλλοι για πολύ περισσότερα. Μας βοήθησαν, τους χρωστάμε και τους πονάμε. Πώς έφτασε αυτή η χώρα, η Ελλάδα μας, σε αυτό το κατάντημα;»

Μετέφερα αυτολεξεί τα λόγια του φίλου των φοιτητικών χρόνων, ενός από τους εκατοντάδες Κυπρίους αποφοίτους της (θρυλικής τότε) Βιομηχανικής Σχολής Θεσσαλονίκης, καθώς πιστεύω ότι εκφράζουν αυτούσια, για πολλούς από μας, μερικά από τα αισθήματα που μας διακατέχουν αυτές τις μέρες. Πέρα από όσα, ιστορικά και εθνικά, ενώνουν τον κάθε Έλληνα Κύπριο με τη μητροπολιτική Ελλάδα και τους ομοεθνείς μας, και που είναι αδύνατο να διαρραγούν, παρά τις αφελείς (;) προσδοκίες ορισμένων, η σύγχρονη Ελλάδα για όλους μας είναι η δεύτερη μας πατρίδα, το φυσικό μας αποκούμπι, η προέκταση της ημικατεχόμενης μας πατρίδας. Και αυτό δεν είναι μόνο απότοκο του πολυετούς κυπριακού αλυτρωτισμού και της ματαίωσης των αγώνων των προγόνων μας για ένωση με την Ελλάδα, ούτε των ιστοριών για τους χιλιάδες εθελοντές που έστελλε η «μικροκόρη» στην «αγωνιζόμενην μητέρα» και για τα δακτυλίδια των αρραβώνων τους που πρόσφεραν με περηφάνια οι γιαγιάδες μας στους «εθνικούς εράνους». Είναι κάτι βαθύτερο. Είναι, για τους περισσότερους από μας, η ίδια η ταυτότητά μας, παράλληλα με αυτήν του πολίτη της Κυπριακής Δημοκρατίας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είναι οι δεσμοί που δεν μπόρεσαν να σβήσουν η αφροσύνη της απριλιανής δικτατορίας, η προδοσία του 1974 και η καταστροφή της Κύπρου, ούτε η αδιαφορία πολλών ελληνικών κυβερνήσεων για το νησί μας, που απλώς επαναλαμβάνει στο Κυπριακό όσα συνοψίζει στην τραγικότητά του το φοβερό ελλαδικό «Οίκαδε» του 1922.

Για όσους δεν μπορούν να αντιληφθούν τα παραπάνω, στην Κύπρο και στην Ελλάδα, να θυμίσουμε την απάντηση του Λώρενς Ντάρελλ, σε αντίστοιχα ερωτήματα στη δεκαετία του 1950: «Η ελληνική ζωή ήταν η ζωή ενός λιπόσαρκου λύκου, που δεν παρείχε ασφάλεια ή υλικά ωφελήματα∙ ασταθής σε διακυβέρνηση, σπαρασσόμενη από τις διακυμάνσεις της φτώχειας και των εγωιστικών τάσεων, τρομαχτικά ανασφαλής. «Πώς είναι δυνατόν οι Κύπριοι να ζητούν την Ένωση;» αναρωτιόντουσαν οι Άγγλοι που έμεναν στην Κύπρο και που ήξεραν καλά την Ελλάδα. (…) Οι αξίες που επιζητούσαν [οι Κύπριοι] θα βρίσκονταν κατά κάποιον τρόπο στο λιτό, το απέρριτο μεσογειακό πρότυπο – η αλαφρομεθυσμένη αναρχία της Ελλάδας χυμούσε επάνω τους σαν πάνθηρας.»

Από αύριο το απόγευμα, μόλις κλείσουν οι κάλπες του πιο εσπευσμένου και ακατανόητου δημοψηφίσματος της νεοελληνικής ιστορίας, η Ελλάδα θα πάρει δύσκολες αποφάσεις. Όποιο και αν είναι το αποτέλεσμα. Τα αδιέξοδα είναι ορατά, ο διχασμός προκαλεί δέος, τα οικονομικά δεδομένα είναι δραματικά. Για μια ακόμη φορά, η γοητευτική «αλαφρομεθυσμένη αναρχία» φτάνει στα όριά της… Θα είναι έγκλημα και όλεθρος εάν επικρατήσει, εκατέρωθεν, ο παραλογισμός των κομματικών σκοπιμοτήτων και προτεραιοτήτων.

Δημοσιεύθηκε στην εφημ. «Ο Φιλελεύθερος» στις 4 Ιουλίου 2015

Advertisement

Σχολιάστε..

Fill in your details below or click an icon to log in:

WordPress.com Logo

You are commenting using your WordPress.com account. Log Out /  Change )

Twitter picture

You are commenting using your Twitter account. Log Out /  Change )

Facebook photo

You are commenting using your Facebook account. Log Out /  Change )

Connecting to %s