Οι σεισμοί που πλήττουν την Κεφαλονιά, μας θύμισαν την πολύνεκρη τραγωδία που προκάλεσε ο Εγκέλαδος στα Επτάνησα (κυρίως στη Ζάκυνθο, Ιθάκη και Κεφαλονιά), στις 9 – 12 Αυγούστου του 1953. Ειδικά ο σεισμός που έπληξε την Κεφαλονιά στις 12 Αυγούστου 1953 (7,2 στην κλίμακα Ρίχτερ) ήταν ένας από τους πιο καταστροφικούς σεισμούς που σημειώθηκαν στον ελληνικό χώρο.
Η συμπαράσταση και η αλληλεγγύη των Κυπρίων προς τα θύματα του σεισμού στα Επτάνησα εκδηλώθηκε ακαριαία, όπως συνέβαινε πάντοτε σε ανάλογες φυσικές καταστροφές στην Ελλάδα. Η παγκύπρια συγκίνηση οδήγησε σε μιαν από τις μεγαλύτερες κινητοποιήσεις στην ιστορία των κυπριακών εράνων, ανάλογη των εισφορών του ελληνοϊταλικού πολέμου και της απελευθέρωσης. Από τις 13 Αυγούστου 1953 οι ειδήσεις για τον μεγάλο σεισμό στην Κεφαλονιά πήραν μεγάλη έκταση στις κυπριακές εφημερίδες. Γινόταν λόγος για απερίγραπτη τραγωδία και ασύλληπτο όγκο υλικών ζημιών, ενώ οι πρώτες φωτογραφίες που δημοσιεύθηκαν, αύξησαν τη συγκίνηση.
Ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος Γ΄ έστειλε στις 12 Αυγούστου 1953 τηλεγράφημα προς τον πρωθυπουργό Αλέξανδρο Παπάγο εκφράζοντας τη συμπάθεια του κυπριακού λαού για τη μεγάλη συμφορά, και γνωστοποίησε τη διενέργεια παγκύπριου εράνου, ζητώντας τη συνδρομή σε χρήμα και σε είδος. Στην εγκύκλιο του Μακαρίου που διαβάστηκε στους ναούς στις 16 Αυγούστου, τονιζόταν η ανάγκη όπως «η ελληνικωτάτη ημών νήσος επιτελέση και εν τη δεινή ταύτη περιστάσει το ιερόν καθήκον», επειδή «το πολυπαθέν ημών έθνος επλήγη υπό νέας δεινοτάτης συμφοράς». Ακολούθησε ο σχηματισμός παγκύπριας επιτροπής με πρόεδρο τον Γεώργιο Πούλια και επαρχιακών επιτροπών με τη συμμετοχή «των εκκλησιαστικών ιδρυμάτων και των εθνικοφρόνων σωματείων». Ο συναγερμός απλώθηκε σε όλη την Κύπρο και στις 6 Σεπτεμβρίου στάλθηκε ως πρώτη δόση στην Αθήνα το ποσό των 20.000 λιρών. Οι εισφορές και τα ονόματα των δωρητών δημοσιεύονταν στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων, ενώ έγιναν κινηματογραφικές και θεατρικές παραστάσεις, ποδοσφαιρικοί αγώνες και έρανοι πόρτα – πόρτα υπέρ των σεισμοπαθών, και συγκέντρωση δεμάτων με ρουχισμό. Οι μεγαλύτερες εισφορές ήταν της Μονής Κύκκου (2.000 λίρες) και το «ηγεμονικόν ποσόν» της «Ελληνικής Μεταλλευτικής Εταιρείας» (5.000 λίρες). Στεκόμαστε στην προσφορά ενός μεροκάματου από τους εργάτες εργοστασίων της Λεμεσού, στην εισφορά των τροφίμων του Λεπροκομείου (14 λίρες) και σε δυο εισφορές μελών της ΟΧΕΝ Λευκωσίας: Του Στυλιανού Λένα (3 λίρες) και του Παναγιώτη Γεωργιάδη (μιας λίρας). Και οι δυο τους θα έδιναν, λίγα μόνον χρόνια αργότερα, και τη ζωή τους για την ένωση με την Ελλάδα…
Και σε αυτή την περίπτωση δεν έλειψαν οι πολιτικές αντεγκλήσεις. Το ΑΚΕΛ διαμαρτυρήθηκε επειδή αποκλείστηκε από τις ερανικές επιτροπές, ενώ ο Α. Μπαλτάς (ψευδώνυμο του Αλέκου Κωνσταντινίδη) δημοσίευσε ένα οξύτατο άρθρο στον «Νέο Δημοκράτη», καταγγέλλοντας την «παπαγική κυβέρνηση» επειδή «άφησε αβοήθητους τους σεισμόπληκτους». Πάντως, το Πολιτικό Γραφείο της Κ.Ε. του ΑΚΕΛ, «σε έκφραση του πατριωτισμού του κόμματος», ανέστειλε για ένα μήνα τον κομματικό έρανο που ήδη διεξαγόταν, καλώντας τους Ακελιστές για τη «μεγαλύτερη δυνατή παλλαϊκή ανταπόκριση σε ένα ύψιστο πατριωτικό και ανθρωπιστικό χρέος». Τέλος, όλες οι εισπράξεις του «Νέου Δημοκράτη», της επίσημης κομματικής εφημερίδας, στις 26 Αυγούστου 1953 δόθηκαν «υπέρ των μυριάδων θυμάτων της Επτανήσου που ουσιαστικά εγκαταλείφθηκαν από το επίσημο κράτος».
Δημοσιεύθηκε στην εφημ. “Ο Φιλελεύθερος”, στις 8 Φεβρουαρίου 2014.