Μυριανθούσης άνθη: Ιερώνυμος Μυριανθεύς (1838-1898)

Ένα βιβλίο που κυκλοφόρησε πρόσφατα μας δίνει την ευκαιρία να μιλήσουμε για έναν από τους πιο σημαντικούς Κύπριους λογίους του 19ου αιώνα, τον Ιερώνυμο Μυριανθέα. Συγγραφέας του βιβλίου ο Κωστής Κοκκινόφτας, ερευνητής στο Κέντρο Μελετών Κύκκου, από τους σημαντικότερους σύγχρονους ερευνητές του τόπου, με ογκώδες δημοσιευμένο έργο και συσσωρευμένη σοφία για την ιστορία της Κύπρου, καρπό δεκαετιών εντρύφησης σε αρχεία και βιβλιοθήκες. Ο Κοκκινόφτας εξαιτίας της μαραθεύτικης καταγωγής του και των απώτερων συγγενικών του δεσμών είχε ασχοληθεί με τον Μυριανθέα στο ξεκίνημα της συγγραφικής του δράσης, εκδίδοντας μια μικρή βιογραφία του, το 1990. Επανέρχεται σήμερα, ύστερα από τριάντα περίπου χρόνια, με μια ολοκληρωμένη μονογραφία, αποκαθιστώντας στο ύψος που ταιριάζει την προσωπικότητα και το έργο μιας κορυφαίας φυσιογνωμίας της νεότερης Κύπρου.

Ο Ιερώνυμος (κοσμικό όνομα Ιωάννης) γεννήθηκε στα Καμινάρια το 1838. Σε ηλικία δέκα χρονών ορφάνεψε κι από τους δυο γονείς του και μετακινήθηκε στο Φοινί, σε έναν θείο του. Τρία χρόνια αργότερα εγκαταστάθηκε στα Ιεροσόλυμα και τέθηκε υπό την προστασία του εξ αγχιστείας συγγενούς του μητροπολίτη Πέτρας Μελετίου Ματτέου, από τη Λεμύθου, όπως και άλλοι νεαροί Μαραθεύτες που διέπρεψαν αργότερα ως κληρικοί.

Φοίτησε στην Πατριαρχική Σχολή των Ιεροσολύμων και ήταν ο πρώτος Κύπριος απόφοιτος της Θεολογικής Σχολής του Σταυρού (1859). Χειροτονήθηκε σε διάκονο με το όνομα Ιερώνυμος και ως επίθετο υιοθέτησε το Μυριανθεύς, από τον τόπο καταγωγής του, τη Μυριανθούσα, όπως ονομαζόταν αρχαιοπρεπώς η Μαραθάσα. Είναι γνωστό ότι και άλλοι κοσμικοί και κληρικοί από την περιοχή υιοθέτησαν το ίδιο επίθετο, με πιο διάσημο τον Αρχιεπίσκοπο Κύπρου Μακάριο Β΄ (Μυριανθέα). Αντίστοιχα επίθετα, πριν κυριαρχήσει το σημερινό Μαραθεύτης, ήταν και τα Μυριανθούσης και Μυριανθόπουλος.

Το 1862 ο Ιερώνυμος γράφτηκε στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και το ίδιο έτος δημοσίευσε στο περιοδικό «Φιλίστωρ» την πρώτη του μελέτη με τίτλο «Κυπριακαί λέξεις». Κατά την τριετία 1864-1867 παρακολούθησε μαθήματα στα Πανεπιστήμια του Στρασβούργου, της Χαϊδελβέργης και της Βόννης και το 1867 επέστρεψε στα Ιεροσόλυμα και στη Θεολογική Σχολή ως καθηγητής πλέον. Το 1868 εξέδωσε το βιβλίο του «Περί των αρχαίων Κυπρίων», που απαγορεύθηκε στην Κύπρο και κατασχέθηκαν 460 αντίτυπά του, επειδή στον πρόλογο περιλαμβάνονταν φράσεις που θεωρήθηκε ότι έθιγαν την οθωμανική (κακο)διοίκηση του νησιού. Ο ίδιος αυτός πρόλογος τού στοίχισε και τη μητροπολιτική έδρα Κυρηνείας, όταν εκλέχθηκε το 1871, καθώς οι τουρκικές αρχές ακύρωσαν την εκλογή του. Το 1874 και αφού είχε διευθύνει επί διετία τη Θεολογική Σχολή του Σταυρού δέχθηκε τον διορισμό του ως προϊστάμενου (ήταν πια αρχιμανδρίτης) στον ναό του Σωτήρος, στο Λονδίνο. Στην αγγλική πρωτεύουσα ήταν ο πρώτος που λειτούργησε, το 1879, στον μόλις ανεγερθέντα – ιστορικό σήμερα- ορθόδοξο ναό της Αγίας Σοφίας, όπου υπηρέτησε ως προϊστάμενος μέχρι το 1886. Συνέχισε να δημοσιεύει μελέτες και βιβλία του στα ελληνικά και σε ξένες γλώσσες, γνωρίστηκε προσωπικά και συνδέθηκε με τον φιλελεύθερο πολιτικό William Gladstone, και το 1886 αναγορεύτηκε επίτιμος διδάκτορας του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ. Τα προβλήματα υγείας που αντιμετώπιζε επιβαρύνθηκαν από ένα δυστύχημα (έκρηξη γκαζιού στο διαμέρισμά του) και τον οδήγησαν σε πρόωρη παραίτηση. Εγκαταστάθηκε τελικώς στη Γενεύη, μέχρι τον θάνατό του, το 1898, αφού είχε ταξιδέψει στην Ευρώπη και απορρίψει προτάσεις για εκλογή του σε μητροπόλεις της Ελλάδας και της Κύπρου, αλλά και στο Πατριαρχείο Αντιοχείας.

Όπως είχε ζητήσει, η σορός του μεταφέρθηκε στην Κύπρο (γεγονός ακραία πρωτοφανές για την εποχή, σχεδόν εκκεντρικό, που δείχνει όμως την αγάπη για τη γενέτειρά του) και τάφηκε στο προαύλιο της «Ιερωνυμείου Σχολής», στα Καμινάρια, όπου αναγέρθηκε και η προτομή του. Σήμερα στο ταφικό του μνημείο, ταλαιπωρημένο από τον χρόνο και παραμελημένο, ο διαβάτης διαβάζει με δυσκολία την επιγραφή που δηλώνει ότι «ενθάδε κείται ο αρχιμανδρίτης Ιερώνυμος Μυριανθεύς, διδάκτωρ της Θεολογίας και καθηγητής της Φιλοσοφίας». Είχε αφήσει με τη διαθήκη του σημαντικά ποσά στους συγγενείς του, στο σχολείο των Καμιναριών, στο Παγκύπριο Γυμνάσιο, το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων (που ενεπλάκη σε μακρά δικαστική διαμάχη με τους άλλους κληρονόμους διεκδικώντας το σύνολο της περιουσίας), κ.α.

Στο βιβλίο του ο Κ. Κοκκινόφτας αφού παρουσιάζει εκτενώς τη ζωή και το έργο του Ιερωνύμου δημοσιεύει 153 έγγραφα, εν πολλοίς εντελώς άγνωστα μέχρι σήμερα, από τα αρχεία των  Πατριαρχείων Αλεξανδρείας και Ιεροσολύμων, της Αρχιεπισκοπής Κύπρου, της Μονής Κύκκου, κ.ά. Ένα σημαντικό βιβλίο για τις κυπριακές σπουδές, προϊόν συστηματικής και πολύχρονης μελέτης ενός ακάματου ερευνητή. Τον ευχαριστούμε.

Δημοσιεύθηκε στην εφημ. «Ο Φιλελεύθερος» στις 8 Δεκεμβρίου 2018

Το εξώφυλλο της δεύτερης έκδοσης του περί “Αρχαίων Κυπρίων” του Ι. Μυριανθέως

Advertisement

Σχολιάστε..

Fill in your details below or click an icon to log in:

WordPress.com Logo

You are commenting using your WordPress.com account. Log Out /  Change )

Facebook photo

You are commenting using your Facebook account. Log Out /  Change )

Connecting to %s