Σωτηράκη Μαρκίδη μεταθανάτια περιπέτεια

Το πρόσφατο θέμα που ανέκυψε, ξαφνικά και αναίτια, με τη μετονομασία του «Μαρκίδειου Θεάτρου» της Πάφου έληξε, ευτυχώς, με τον καλύτερο τρόπο, αφού στην προχθεσινή συνεδρία του Δημοτικού  Συμβουλίου Πάφου με μεγάλη πλειοψηφία αποφασίστηκε να παραμείνει η ονομασία «Μαρκίδειο» στο ανακαινισθέν θέατρο της πόλης. Είναι μια απόφαση που αποκαθιστά τα στοιχειώδη και την οποία χρωστούσε το Δημοτικό Συμβούλιο απέναντι στην ιστορία της Πάφου και στους πνευματικούς ανθρώπους του Κτήματος.

Η απόφαση για την αποκαθήλωση του ονόματος του Σωτηράκη Μαρκίδη αποκάλυψε ενδιαφέρουσες και αποκαρδιωτικές πτυχές για τον πολύπαθο, τα τελευταία χρόνια, Δήμο Πάφου, και γενικότερα τη σύγχρονη Κύπρο: πολλοί από αυτούς που παίρνουν τις αποφάσεις στον Δήμο Πάφου, δεν είχαν καν ιδέα ποιος ήταν ο Σωτηράκης Μαρκίδης… Και γιατί να είχαν ιδέα; Τι θα «κερδίσουν» από αυτόν; Ούτε «επενδυτής» ήταν, ούτε developer…

Ο Παφίτης δικηγόρος Σωτηράκης Μαρκίδης, μια από τις κεντρικές και πιο αναγνωρίσιμες φιγούρες της ιστορίας και του πολιτισμού της Πάφου στον 20ό αιώνα, γεννήθηκε στο Κτήμα τον Νοέμβριο του 1894 και απεβίωσε στη γενέτειρά του την 1η Οκτωβρίου 1975. Ήταν γιος του Σολωμού Μαρκίδη, δικηγόρου, δημάρχου και δικαστή για μια περίοδο και σημαίνοντος κοινοτικού παράγοντα της Πάφου, και της Ευφροσύνης Εμφιετζή, μέλους εξέχουσας οικογένειας των Βαρωσίων.

Ο Σωτηράκης Μαρκίδης ήταν ένας από τους πρώτους Παφίτες που αποφοίτησαν από το Πανεπιστήμιο Αθηνών. Παρακολούθησε τις τέσσερις πρώτες γυμνασιακές τάξεις στο Ημιγυμνάσιο Πάφου του οποίου υπήρξε ένας από τους πρώτους μαθητές το 1905, όταν άρχισε να λειτουργεί. Στη συνέχεια, το έτος 1909-1910, παρακολούθησε μια τάξη στο Ημιγυμνάσιο Λεμεσού, και το 1911 αποφοίτησε από το Παγκύπριο Γυμνάσιο, στην τελευταία χρονιά διάσπασης του Γυμνασίου λόγω του Αρχιεπισκοπικού ζητήματος. Το Φθινόπωρο του 1911 γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Ένα χρόνο αργότερα, όταν στις αρχές Οκτωβρίου 1912 ξέσπασε ο βαλκανικός πόλεμος, ήταν ανάμεσα στους πρώτους Κύπριους φοιτητές που στρατεύθηκαν εθελοντικά στον ελληνικό στρατό, μαζί με τον στενό του φίλο, συμμαθητή του για έξι χρόνια και συμφοιτητή του στη Νομική, Χριστόδουλο Κυριακίδη από την Αρμίνου. Τοποθετήθηκε στο τάγμα Μανουσάκη του 1ου Ευζωνικού Συντάγματος της 6ης Μεραρχίας και πολέμησε στη Λέσβο και στη Χίο και στάλθηκε στο Μπιζάνι τον Ιανουάριο του 1913. Στον ελληνοβουλγαρικό πόλεμο πολέμησε στις φονικές μάχες του Κιλκίς, του Δεμίρ – Ισάρ και της Τζουμαγιάς. Ευτύχησε να ζήσει, υπόδουλος και ο ίδιος, τα αισθήματα και την άφατη συγκίνηση των απελευθερωθέντων Ελλήνων κατά τις συγκλονιστικές πρώτες ώρες ελευθερίας στη Μυτιλήνη, τη Χίο και τα Γιάννενα. Οι σκηνές αυτές καθόρισαν τη ζωή του και τον συνόδευαν μέχρι τον θάνατό του.

Μετά το τέλος των Βαλκανικών πολέμων και τη λήψη του πτυχίου του επέστρεψε στην Πάφο. Πρωταγωνίστησε στις εθνικές, πολιτικές, κοινωνικές και φιλανθρωπικές εκδηλώσεις της πόλης και συνέβαλε καθοριστικά στην ανάπτυξη του κυπριακού θεάτρου. Φανατικός βενιζελικός στην περίοδο του Εθνικού διχασμού, διαπρύσιος υποστηρικτής της Ένωσης της Κύπρου με την Ελλάδα, αντικομουνιστής κατά το 1931 αλλά εναντίον των αφορισμών στους οποίους είχε προχωρήσει η Ιερά Σύνοδος, ηγετική φυσιογνωμία και πρόεδρος του Συνδέσμου Παλαιών Πολεμιστών της Πάφου μέχρι τον θάνατό του, πρόεδρος από το 1950 του Γυμναστικού Συλλόγου «Κινύρας», ελληνολάτρης, θερμός κήρυκας υπέρ της στράτευσης των Ελλήνων της Κύπρου στον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο στον ελληνικό και τον βρετανικό στρατό και της διενέργειας εράνων υπέρ των ελληνικών εθνικών αναγκών, συμπαθών και συνοδοιπόρος, τελικώς, από το 1943 με το ΑΚΕΛ και συνεπής υποστηρικτής του κόμματος της κυπριακής Αριστεράς, χωρίς ποτέ να προσχωρήσει σε αυτό. Ήταν εξαιρετικά πνευματώδης τύπος, με λεπτό χιούμορ και χάρισμα στην αφήγηση. Μέγας φυσιολάτρης, οδοιπόρος και ταξιδευτής, γνώριζε κάθε σπιθαμή της παφίτικης γης, αγαπούσε το γράψιμο, το θέατρο, το κυνήγι ως άθλημα (υπήρξε πρόεδρος του Παγκύπριου Κυνηγετικού Συλλόγου), λάτρευε και υμνούσε τη γυναικεία ομορφιά: ένας από τους πιο ωραίους Παφίτες της εποχής του.

Το έργο του Σωτηράκη Μαρκίδη έχει αναδείξει, με σειρά βιβλίων, ένας από τους πιο σημαντικούς σύγχρονους Πάφιους πνευματικούς ανθρώπους, ο ακάματος φιλόλογος Γιώργος Χατζηκωστής. Έχει εκδώσει τις επιστολές του Μαρκίδη από τους Βαλκανικούς πολέμους (δύο εκδόσεις, 1982 και 2012) και σε δυο τόμους τα σκόρπια κείμενά του, από τον κυπριακό Τύπο, με τίτλο «Σωτηράκη Μαρκίδη. Τα ευρεθέντα. Συναγωγή κειμένων» (Λευκωσία 2014 και 2017). Να διερωτηθούμε πόσοι εκ των δημοτικών αρχόντων της Πάφου ή των Κυπρίων πολιτικών έχουν διαβάσει έστω μια σελίδα από τα παραπάνω βιβλία; Θα ήταν ματαιοπονία…

Δημοσιεύθηκε στην εφημ. “Ο Φιλελεύθερος” στις 9 Ιουνίου 2018

Ομάδα Πάφιων πολεμιστών, ύστερα από κάποια παρέλαση, στις αρχές της δεκαετίας του 1970. Ο Σωτηράκης Μαρκίδης με τα πολιτικά

Σχολιάστε..