Επιστροφή της στήλης ύστερα από καλοκαιρινή ανάπαυλα ενός μηνός, και σήμερα θα θυμηθούμε μιαν από τις (πολλές) πρόσφατες «στρογγυλές» επετείους. Πριν από εξήντα χρόνια, στις 28 Ιουλίου 1954, στη βρετανική Βουλή, ο υφυπουργός Αποικιών, Χένρυ Χόπκινσον, εκστόμισε το διαβόητο «Ουδέποτε», που επέδρασε καταλυτικά στις εξελίξεις (κατάθεση ελληνικής προσφυγής στον ΟΗΕ, «όρκος της Φανερωμένης», συζήτηση του Κυπριακού στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ, επανάσταση της 1ης Απριλίου 1955) και στοιχειώνει από τότε τη σύγχρονη ιστορία της Κύπρου υπογραμμίζοντας τις τεράστιες ευθύνες και τον καταστροφικό ρόλο της Μεγάλης Βρετανίας. Είπε συγκεκριμένα: «Υπάρχουν ορισμένα εδάφη εις την Κοινοπολιτείαν, τα οποία λόγω των ειδικωτέρων συνθηκών, υπό τας οποίας ευρίσκονται, ουδέποτε δύνανται να αναμένουν ότι θα αποκτήσουν πλήρη ανεξαρτησίαν».
Σήμερα θα σταθούμε σε τρεις από τις πιο άγνωστες παραμέτρους των κυνικών δηλώσεων του Χόπκινσον, οι οποίες, κατά ειρωνικό τρόπο, έγιναν στη διάρκεια της συζήτησης για την επαναφορά των συνταγματικών προτάσεων για την Κύπρο του 1948… Η πρώτη είναι η πρόβλεψη, στην ίδια συνεδρίαση του Αν. Μπέβαν, εμβληματικής φυσιογνωμίας της αριστερής πτέρυγας του Εργατικού κόμματος: «Ο κ. Χόπκινσον είπεν απεριφράστως στους Κυπρίους, ότι αν θέλουν να επιτύχουν του σκοπού των, θα πρέπει να πράξουν εκείνα που έκαμαν οι Αιγύπτιοι. Τούτο αποτελεί ανοικτήν πρόσκλησιν προς τον κυπριακόν λαόν, όπως λάβη οιονδήποτε μέτρον δύναται διά να καταστήση δι’ ημάς τα πράγματα όσον το δυνατόν περισσότερον δυσάρεστα.»
Το δεύτερο αξιοσημείωτο είναι οι δικαιολογίες του Χόπκινσον, στην απάντησή του προς τον Μπέβαν: Όπως ισχυρίστηκε, εάν δεν μπορούσε να διατηρήσει η Βρετανία «κατά ένα τρόπον συνεχή την κυριαρχίαν της επί της νήσου Κύπρου (…) δεν θα ήταν σε θέση να εκπληρώσει τις στρατηγικές της υποχρεώσεις στην Ευρώπη, Μεσόγειο και Μέση Ανατολή». Και συμπλήρωσε, επεξηγηματικά, ότι στην Κύπρο «το κομμουνιστικόν κόμμα είναι πιθανώς το μεγαλύτερον και καλύτερον ωργανωμένον κόμμα της νήσου» και η βρετανική κυβέρνηση δεν επιθυμούσε η Νομοθετική Συνέλευση (που υποτίθεται θα παραχωρούσε το νέο Σύνταγμα) να ελέγχεται από τους κομμουνιστές: «Η κυβέρνησις δεν είναι διατεθειμένη να δεχθή την εγκατάστασιν κομμουνιστικών καθεστώτων εις τας βρετανικάς αποικίας.»
Και η τελευταία άγνωστη διάσταση του «Ουδέποτε» που είναι και ανθρώπινη, αλλά απολύτως διδακτική για το μέγεθος της δικαιολογημένης ελληνικής απογοήτευσης από τη βρετανική στάση για το Κυπριακό στη δεκαετία του 1950 (και όχι μόνον): Ο Χένρυ Χόπκινσον (1902-1996) δεν ήταν τυχαία προσωπικότητα. Από τους πιο ευρυμαθείς Βρετανούς διπλωμάτες, είχε υπηρετήσει κατά το 1941-1943 στο Υπουργείο Μέσης Ανατολής, στο Κάιρο, ως υπεύθυνος του Υπουργείου Εξωτερικών για τις ελληνικές υποθέσεις. Εκεί σχετίστηκε και με τον Παναγιώτη Κανελλόπουλο, τον πρώτο Έλληνα πολιτικό που δραπέτευσε από την κατεχόμενη Ελλάδα για τη Μέση Ανατολή, για να συμπαραταχθεί με τους Βρετανούς εναντίον της ναζιστικής απειλής. Διαβάζουμε στην ημερολογιακή καταγραφή του «Ημερολογίου Κατοχής» του Π. Κανελλόπουλου, στις 19 Φεβρουαρίου 1943: «”Να σας πω κάτι», μου λέει ο Χόπκινσον, “η υπόθεση της Κύπρου μια μοναδική λύση επιτρέπει: να δοθεί η Κύπρος στην Ελλάδα. Εμείς δεν χρειαζόμαστε παρά μόνο μια βάση στην Κύπρο, καθώς και μιαν άλλη στη Σούδα. Το ‘λεγα τελευταίως και στον Ήντεν και μου φάνηκε ότι συμφωνεί.”» Και συμπληρώνει ο ευκολόπιστος Κανελλόπουλος: «Πρώτη φορά ένας λειτουργός του Φόρεϊν Όφις, σαν τον Χόπκινσον, μίλησε ανοιχτά για την Κύπρο. Χωρίς άλλο, θα είχε εντολή να το κάμει.»
Δημοσιεύθηκε στην εφημ. «Ο Φιλελεύθερος» στις 6 Σεπτεμβρίου 2014