Από την Αψιού και την Ορά στο Παγγαίο

Για δυο ξεχασμένους Κύπριους αγωνιστές θα μιλήσουμε σήμερα, που έχασαν τη ζωή τους πριν από 100 χρόνια στη Μακεδονία. Στα τέλη Απριλίου 1913 η δυσπιστία που γιγάντωνε μεταξύ Ελλάδας και Βουλγαρίας, από την εποχή της απελευθέρωσης της Θεσσαλονίκης από τον ελληνικό στρατό, εκδηλώθηκε με τις ελληνοβουλγαρικές συγκρούσεις στο Παγγαίο.  Ήταν το προοίμιο της οριστικής πολεμικής αναμέτρησης των δύο συμμάχων χωρών του Α΄ Βαλκανικού πολέμου, που ξέσπασε τελικά τον Ιούνιο – Ιούλιο 1913. Στις προφυλακές του Παγγαίου βρίσκονταν και δεκάδες Κύπριοι εθελοντές, του 20ου και 21ου Συντάγματος Πεζικού της 7ης Μεραρχίας. Ήταν για τους περισσότερους, το πρώτο βάπτισμα του πυρός. «Αδυνατώ να περιγράψω την λαχτάραν μου άμα τη ενάρξει του πυρός» γράφει στο Ημερολόγιό του ο Αμμοχωστιανός εθελοντής Εμμανουήλ Εμμανουήλ, που πήρε μέρος στη μάχη των Ελευθερών, στις 26 Απριλίου 1913.

Ένας συμπολεμιστής του Εμμανουήλ, στη διμοιρία του, ο Κυριάκος Χριστοφή Τζωρτζή ή Κουτσού «εξ Οράς καταγόμενος» σκοτώθηκε στην ελληνοβουλγαρική μάχη της 26ης Απριλίου 1913, βορείως του όρμου Ελευθερών «εις εν φιλονεικούμενον βουνόν», κατά τον Εμμανουήλ. Τον Ιούνιο έφτασε στην Ορά της επαρχίας Λάρνακας, «προς την τετιμημένην οικογένειαν Κυριάκου Τζωρτζή» η επίσημη επιστολή για τον θάνατό του, από τον λοχαγό του. Στο υστερόγραφο σημειωνόταν: «Παν ό,τι έφερε μεθ’ εαυτού ο τετιμημένος ήρως στρατιώτης μου Τζωρτζής Κυριάκος αποστέλλεται υπηρεσιακώς».

Η ίδια στερεότυπη επιστολή, από τον ίδιο αξιωματικό, έφτασε και στο χωριό Αψιού της επαρχίας Λεμεσού, αναγγέλλοντας επισήμως τον θάνατο του Κυριάκου Κυριακίδη, γεωργού στο επάγγελμα, στο πεδίο της μάχης, στις 27 Απριλίου 1913, σε ένα ύψωμα του Παγγαίου. Στις ίδιες μάχες του Απριλίου – Μαΐου 1913 τραυματίστηκαν ο Θεόδωρος Γαβριήλ από τη Μαλλιά Λεμεσού, οι Νικόλαος Θεμιστοκλέους και Γεώργιος Μέσης από τη Λεμεσό και ο Σταύρος Μιχαήλ, από τη Μεσόγη της Πάφου. Δύο άλλοι, ο Κωνσταντίνος Κυριάκου και ο Στρατής Κ. Τσαγγάρη, από την Ορά, αιχμαλωτίστηκαν και έμειναν στις φυλακές μέχρι τον Οκτώβριο του 1913.

Σήμερα, αντίγραφο της επιστολής του υπολοχαγού Κωστόπουλου σώζεται ταλαιπωρημένο από τα χρόνια στην κοινότητα της Αψιούς, θυμίζοντας στους κατοίκους του χωριού της Λεμεσού τη θυσία του συγχωριανού τους στο Παγγαίο. Μαζί, σώθηκε και μια πρωτοχρονιάτικη κάρτα του 1910 του Κυριάκου Κυριακίδη από την Ιόππη, προς τον πατέρα του, Κυριάκο Αντωνίου. Μερικές εκατοντάδες χιλιόμετρα προς τα βορειοδυτικά, στους πρόποδες του Παγγαίου, ανατολικά του Στρυμόνα, ο ταξιδιώτης, αν βρει τη διάθεση και το χρόνο να σταματήσει στα λιτά μνημεία με τα δεκάδες ονόματα των θυμάτων των βροτολοιγών πολέμων στη Μακεδονία του 20ού αιώνα, θα διαβάσει με έκπληξη και τα ονόματα δύο Κυπρίων. Ίσως αναλογιστεί τα αρχαία επιγράμματα με τις ένδοξες προγονικές επιταγές προς τους διαβάτες. Ίσως, όμως, βρει την ευκαιρία να «φιλοσοφήσει επί των ανθρωπίνων», όπως έγραφε τον Νοέμβριο του 1913 από τη Θεσσαλονίκη ο Χριστόδουλος Σώζος, ένας άλλος ήρωας των Βαλκανικών πολέμων. Και αγναντεύοντας την Καβάλα, τον αρχοντικό Άθωνα και το γαλανό Αιγαίο να αναζητήσει, μέσα από τα «πάθια και τους καημούς του κόσμου» που δεν έχουν τελειωμό, ένα κομμάτι στον μακεδονικό αέρα από την Ορά και την Αψιού.

Δημοσιεύθηκε στην εφημ. “Ο Φιλελεύθερος”, στις 27 Απριλίου 2013.

Advertisement

Σχολιάστε..

Fill in your details below or click an icon to log in:

WordPress.com Logo

You are commenting using your WordPress.com account. Log Out /  Change )

Facebook photo

You are commenting using your Facebook account. Log Out /  Change )

Connecting to %s