Συμπληρώνονται σήμερα, Πρωτομαγιά του 2024, ογδόντα χρόνια από ένα από τα μεγαλύτερα εγκλήματα πολέμου στην κατεχόμενη από τους Γερμανούς Ελλάδα, την εκτέλεση στο σκοπευτήριο Καισαριανής 200 κρατουμένων στο στρατόπεδο Χαϊδαρίου. Το Χαϊδάρι ήταν ένα από τα μεγαλύτερα στρατόπεδα συγκέντρωσης στη διάρκεια της τριπλής φασιστικής Κατοχής, το 1941-1944.
Ανάμεσα στους χιλιάδες Έλληνες και τις Ελληνίδες που βίωσαν τη φρίκη της ναζιστικής καταστολής και αγριότητας ως κρατούμενοι – όμηροι των κατακτητών ήταν και αρκετοί Κύπριοι που ζούσαν ή βρέθηκαν λόγω του Πολέμου στην Ελλάδα. Η δεύτερη κατηγορία, αυτών που βρέθηκαν στην Ελλάδα λόγω του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου ήταν η πολυπληθέστερη, αφού ο συνολικός αριθμός των Κυπρίων στρατιωτών του «Κυπριακού Συντάγματος» του βρετανικού στρατού που συνελήφθησαν στην Ελλάδα αγγίζει τους 2000, τεράστιο μέγεθος για την κυπριακή στρατολόγηση και τα δημογραφικά δεδομένα του νησιού. Οι περισσότεροι από αυτούς συνελήφθησαν στην Πελοπόννησο, κυρίως στην Καλαμάτα, και αφού συγκεντρώθηκαν στην Κόρινθο ή στην Αθήνα μεταφέρθηκαν στη Θεσσαλονίκη όπου κλείστηκαν, μαζί με άλλους στρατιώτες του βρετανικού στρατού και των συμμαχικών δυνάμεων (Αυστραλούς και Νεοζηλανδούς) για μερικούς μήνες στο μεγαλύτερο στρατόπεδο της μακεδονικής πρωτεύουσας, στο «Παύλου Μελά», στη Σταυρούπολη. Στη διάρκεια του 1941 μεταφέρθηκαν σιδηροδρομικώς σε διάφορες χώρες της Ευρώπης όπου έζησαν στην αιχμαλωσία μέχρι το τέλος του πολέμου. Μεμονωμένοι Κύπριοι αιχμάλωτοι που κρύβονταν στην ελληνική επικράτεια και συλλαμβάνονταν από τους Ναζί, εκτελέστηκαν στην κατεχόμενη Ελλάδα τόσο στη Θεσσαλονίκη όσο και σε άλλες περιοχές της χώρας, κατά το 1941-1944.
Μια άλλη κατηγορία κρατουμένων στα ναζιστικά στρατόπεδα και ειδικότερα στο Χαϊδάρι ήταν οι Κύπριοι της Ελλάδας είτε αντιστασιακοί είτε συλληφθέντες ως όμηροι. Ας σημειωθεί ότι συνολικά, ως Βρετανοί υπήκοοι, οι Κύπριοι της ελληνικής πρωτεύουσας είχαν ταλαιπωρηθεί από την αρχή της Κατοχής, καθώς πολλοί εκτοπίστηκαν από την Αθήνα σε διάφορες περιοχές της υπαίθρου για αρκετούς μήνες. Και εννοείται ότι πολλοί από αυτούς πήραν μέρος στην Αντίσταση πριν καν εμφανιστούν οι μαζικές οργανώσεις βοηθώντας στην απόκρυψη και τη διαφυγή ανδρών του συμμαχικού εκστρατευτικού σώματος ή βγαίνοντας από τους πρώτους στο βουνό.
Ας επιστρέψουμε όμως στο Χαϊδάρι και την Πρωτομαγιά του 1944. Κρατούμενος εκεί ήταν ο οδοντίατρος Θεόδωρος Κολοκασίδης ή Καλοκασίδης (Λευκωσία 1904 – Αθήνα 1983), εξόριστος χωρίς δίκη των Βρετανών μετά την Οκτωβριανή εξέγερση ως στέλεχος της «Εθνικής Ριζοσπαστικής Ενώσεως Κύπρου» (ΕΡΕΚ). Δραστηριοποιήθηκε στις κυπριακές οργανώσεις της Αθήνας, αλλά και στον επαγγελματικό του χώρο και διετέλεσε στη δεκαετία του 1960, μέχρι την επιβολή της απριλιανής δικτατορίας του 1967, πρόεδρος του Οδοντιατρικού Συλλόγου Αθηνών και του Πανελληνίου Οδοντιατρικού Συλλόγου. Ήταν για σειρά ετών Πρόεδρος της Κυπριακής Αδελφότητος Αθηνών και, μετά τη διάλυσή της, ιδρυτικό μέλος και πρώτος πρόεδρος της «Ενώσεως Κυπρίων Ελλάδος» (Ε.Κ.Α.). Δεν υπάρχουν λεπτομέρειες για τους λόγους και τον χρόνο της σύλληψης και του εγκλεισμού του Κολοκασίδη στο Χαϊδάρι. Ο ίδιος, σε δελτάριό του προς την οικογένειά του στην Κύπρο μετά την απελευθέρωση ανέφερε (Νέος Κυπριακός Φύλαξ, 7 Δεκεμβρίου 1944): «Κατά το διάστημα της Κατοχής ήμην περιωρισμένος εις τας φυλακάς του Χαϊδαρίου. Φαντάζεσθε τι υπέφερα και πόσην αγωνίαν είχεν η σύζυγος, η οποία κάθε ημέραν έπρεπε να εξακριβώση, εάν ήμην μεταξύ των εκτελεσθέντων. Τώρα είμαι καλά, αλλά ακόμη πεινούμεν…»
Πιο συγκεκριμένες πληροφορίες και ένα εκτενές άγνωστο αφήγημά του για τον εγκλεισμό του στο Χαϊδάρι έχω εντοπίσει για τον Λούη Γ. Λοΐζου Τσακκιστό (Αμμόχωστος 1892 – Αθήνα 1956). Ανήκε σε γνωστή οικογένεια της Αμμοχώστου (ήταν ξάδελφος των Γεώργιου και Δημήτριου Μαραγκού) και είχε καταταχθεί εθελοντής στον ελληνικό στρατό στους Βαλκανικούς πολέμους. Αποφοίτησε από το Παγκύπριο Γυμνάσιο και ασχολήθηκε με τη δημοσιογραφία (εκδότης της εφ. Μικρούλα, 1918-1919) και τις εκδόσεις (ιδιοκτήτης του οίκου Αθηνά, 1918-1920). Εγκατέλειψε την Κύπρο και εργάστηκε ως δημοσιογράφος στο Παρίσι και στην Αλεξάνδρεια πριν εγκατασταθεί στα τέλη της δεκαετίας του 1920 στην Αθήνα. Στην Κατοχή εργάστηκε στον παράνομο αντιστασιακό Τύπο και συνελήφθη, βασανίστηκε στα κολαστήρια της οδού Μέρλιν και κλείστηκε στο Χαϊδάρι. Σύμφωνα με τη βιβλιογραφία της εποχής γλύτωσε από τύχη την εκτέλεση την Πρωτομαγιά του 1944. Ο Βαρωσιώτης δημοσιογράφος ευθύς μετά την απελευθέρωση δημοσίευσε στη μικρή αθηναϊκή εφημερίδα Ανεξαρτησία ένα αφήγημα σε οκτώ άρθρα με τίτλο «Χαϊδάρι!». Από εκεί και το φύλλο της 15ης Οκτωβρίου 1944 αποσπώ την περιγραφή της εκτέλεσης των 200 μαρτύρων της Πρωτομαγιάς του 1944. Είναι μια από τις πρώτες περιγραφές που εντοπίζονται στον ελεύθερο αθηναϊκό Τύπο για το Χαϊδάρι και την Πρωτομαγιά του 1944.
«Ανώτερη όμως πάσης περιγραφής, και κάτι περισσότερον από τραγική υπήρξεν η εκτέλεσις εντός μιας και μόνης ημέρας 200 εν όλω ηρώων που διαλέχθηκαν από τους 1400 που εκρατούντο στο Χαϊδάρι. Μεταξύ αυτών δε συγκαταλέγεται και ο ηρωικός Ναπολέων [Σουκατζίδης], ένας πραγματικός ήρως, ένας αληθινός λεβέντης καταγόμενος από τα περίχωρα Προύσης (Μ. Ασίας), ηλικίας 32-34 ετών. Ο Ναπολέων έμενε εις τον ημιϋπόγειον θάλαμον του μπλοκ 3, μαζί με άλλους 103 εγκλείστους εξετέλει δε χρέη στρατοπεδάρχου του Χαϊδαριού ως γερμανομαθής. Από τον ίδιον θάλαμον εξετελέσθησαν μαζύ του και άλλοι 57 κρατούμενοι.
Το προσκλητήριο των 200 έγινε αργά το απόγευμα, μετά το συσσίτιον, επειδή ήσαν πολλοί, το δε ξεγύμνωμα και η εκτέλεσίς των την αυγήν της επομένης. Όλην την νύκτα το μπλοκ 3 εσείετο κυριολεκτικώς από τα τραγούδια και τις ζητωκραυγές όλων των κρατουμένων. Προηγούντο δε εις όλα οι μελλοθάνατοι. Τοιαύτη δε ήτο η ατμόσφαιρα που εδημιουργήθη ώστε, παρά την αυστηράν απαγόρευσιν, τα φώτα των θαλάμων του μπλοκ 3 έμειναν αναμμένα όλην την νύκτα και δεν τόλμησε κανείς Γερμανός να τα σβύση.
Την 4ην πρωινήν εκλήθησαν ονομαστικώς όλοι οι μελλοθάνατοι, συνετάχθησαν ανά δύο και πριν εκκινήσουν διά το μπλοκ 15, διά να ξεγυμνωθούν, ο διοικητής του Χαϊδαριού εφώναξε τον Ναπολέοντα και του είπε:
-Ξεύρεις ότι σε εκτιμώ πολύ. Υπόδειξέ μου έναν άλλον να στείλω στη θέση σου να εκτελεσθή ώστε να γλυτώσης εσύ!
-Κύριε Διοικητά, ήτο η απάντησις του ήρωα Ναπολέοντος, ακουσθείσα από πολλούς κρατουμένους. Μου λέγετε να κάμω μίαν ατιμίαν. Είναι αδύνατον. Αν νομίζετε ότι μπορείτε να μου χαρίσετε την ζωή, κάμετέ το άλλως θ’ ακολουθήσω την τύχην των άλλων. Ζήτω η Ελλάς!
Ο Διοικητής συγκεκινημένος απήντησεν ότι δεν έχει το δικαίωμα, μεγαλοφώνως δε κατέληξε:
-Πραγματικά οι Έλληνες ξέρουν να νικούν τον θάνατο,
Έπειτα από ολίγην ώραν, οι 200 αυτοί λεβέντες εφορτώθησαν πάνω σε 3 αυτοκίνητα – κλούβες, με τραγούδια και φωνές «Γεια σας παιδιά» μας αποχαιρέτησαν ενώ ημείς άφωνοι και πνιγμένοι από λυγμούς παρακολουθήσαμε την έξοδον των αυτοκινήτων από το στρατόπεδον του Χαϊδαριού.
Μετεφέρθησαν όπως εμάθαμε αργότερα, στο Σκοπευτήριον, όπου και εξετελέσθησαν διά τυφεκισμού, αντιμετωπίσαντες τον θάνατο με την μεγαλύτερη ψυχραιμία, έως την τελευταία στιγμή, σαν αληθινοί ήρωες.»
Ελπίζω στο μέλλον να εκδώσω το αφήγημα του Λοΐζου (το υπέγραψε ως Λούης Γ. Λουΐζος) σαν μια ελάχιστη ανταπόδοση της προσφοράς των Κυπρίων στην ελληνική αντίσταση και στους αγώνες για την ελευθερία, παρότι υπόδουλοι στους Βρετανούς. Αξίζει να προσθέσω ότι στην Αντίσταση το 1941-1944 πήραν μέρος και Τουρκοκύπριοι, άνδρες του «Κυπριακού Συντάγματος» και ένας τουλάχιστον, ο «Καπετάν Μαύρος» εκτελέστηκε στην Τρίπολη. Για αυτά έχω γράψει αλλού.
Θα κλείσω το παρόν επετειακό σημείωμα με μια τελευταία κυπριακή σύνδεση με το Χαϊδάρι και την Πρωτομαγιά του 1944, που μάθαμε πρόσφατα, από το άρθρο του ακαταπόνητου ερευνητή Νίκου Παναγιώτου, «Νέα στοιχεία για τον καθηγητή Αθανάσιο Μερεμέτη (1911-1994)», περ. Διόραμα, τεύχ. 46-47 (Ιανουάριος – Φεβρουάριος – Μάρτιος – Απρίλιος 2023), σσ. 54-58. Κρατούμενος στο Χαϊδάρι, που αντικατέστησε ως διερμηνέας τον εκτελεσθέντα Ναπολέοντα Σουκατζίδη ήταν ο Αθανάσιος Μερεμέτης (Κρανίδι 1911- Αθήνα 1994). Ο Μερεμέτης γερμανοσπουδασμένος και γερός κλασικός φιλόλογος, δίδαξε στο Παγκύπριο Γυμνάσιο από το 1946 μέχρι το 1955, από όπου εκδιώχθηκε από τους Βρετανούς μαζί με τους υπόλοιπους Ελλαδίτες καθηγητές μετά τον Αγώνα της ΕΟΚΑ. Μετά την κυπριακή ανεξαρτησία επέστρεψε στην Κύπρο ως γυμνασιάρχης στη Μόρφου (1960-1961) και στην Κερύνεια (1961-1972). Η προσφορά του στην κυπριακή εκπαίδευση ήταν ανυπολόγιστη και οι μαθητές και οι μαθήτριές του στη Λευκωσία, τη Μόρφου και την Κερύνεια τον θυμούνται με ευγνωμοσύνη και απέραντη αγάπη. Κι αυτός αγάπησε την Κύπρο και μάλιστα μεταθανατίως δημιουργήθηκε κληροδότημά του για παροχή υποτροφιών για Κύπριους φοιτητές με καταγωγή από την Κερύνεια και τη Λευκωσία. Ο εγκλεισμός του στο Χαϊδάρι ήταν άγνωστος στην κυπρολογική βιβλιογραφία και πιθανότατα και στους πολυάριθμους μαθητές του και δίνει άλλη διάσταση στην παρουσία του στην Κύπρο στα πέτρινα για την Ελλάδα χρόνια 1946-1972. Ο Μερεμέτης εμφανίζεται σε ένα από τα πρώτα ντοκιμαντέρ για τους 200 της Πρωτομαγιάς και αξίζει να γίνει μια ειδική μελέτη για την προσωπικότητα και την περιπετειώδη ζωή του πριν αφοσιωθεί στη διδασκαλία.

Το ιστορικό χαρακτικό του Τάσσου για την εκτέλεση των 200 στο Σκοπευτήριο της Καισαριανής την Πρωτομαγιά του 1944
Ευχαριστούμε θερμά, αγαπητέ μου Πέτρο.
<
div>Μαρούλα Ιακωβίδου
<
div dir=”ltr”>
<
blockquote type=”cite”>