Πριν από μερικές βδομάδες το Κέντρο Επιστημονικών Ερευνών εξέδωσε σε δεύτερη έκδοση (πρώτη έκδοση 1997) το βιβλίο μου “Η Κύπρος και οι Βαλκανικοί πόλεμοι. Συμβολή στην ιστορία του κυπριακού εθελοντισμού (σελίδες 455).
Το βιβλίο (πρόκειται για τη διδακτορική μου διατριβή που εγκρίθηκε από το Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του ΑΠΘ) εξετάζει πώς έγιναν δεκτοί οι πόλεμοι του 1912-1913 στην Κύπρο, ποια ήταν η συμμετοχή των κατοίκων του νησιού στους πολέμους και αναζητά τις αλλαγές που έφεραν τα αποτελέσματα της βαλκανικής σύρραξης στην εξέλιξη του κυπριακού ενωτικού κινήματος. Το ζήτημα της εθελοντικής συμμετοχής των Κυπρίων στον ελληνικό στρατό δεν είχε απασχολήσει σε βάθος, μέχρι πριν από τρεις περίπου δεκαετίες, την κυπριακή ιστοριογραφία, η οποία μετά την τραγωδία του 1974, για ένα διάστημα σταμάτησε να ασχολείται επιστημονικά με το ενωτικό κίνημα των Κυπρίων. Οι βασικές αρχειακές πηγές που χρησιμοποιήθηκαν στην Κύπρο, την Ελλάδα και τη Βρετανία αν και φωτίζουν επαρκώς τις πολιτικές εξελίξεις της εποχής, αποδείχθηκαν φειδωλές σε συγκεκριμένες πληροφορίες για τον εθελοντισμό. Αντίθετα πλήθος αναφορών για τους εθελοντές της μεγαλονήσου αντλήθηκαν από τη συστηματική αποδελτίωση των δώδεκα ελληνικών πολιτικών (εβδομαδιαίων) εφημερίδων που κυκλοφορούσαν στην Κύπρο, όπως και αντίστοιχων αθηναϊκών εφημερίδων.
Στο πρώτο κεφάλαιο εξετάζεται ο γενικότερος αντίκτυπος των Βαλκανικών πολέμων στην Κύπρο με εκτενή αναφορά στις αντιδράσεις των κατοίκων που προκλήθηκαν από τα πολεμικά γεγονότα. Εξετάζεται ιδιαίτερα η στάση των βρετανικών αρχών κατοχής και αναλύονται οι λόγοι που υποχρέωσαν τον Άγγλο Αρμοστή να επιλέξει τη στάση της ημιεπίσημης ανοχής απέναντι στο διαρκώς ογκούμενο ρεύμα κατάταξης εθελοντών, παρά την αυστηρότητα του «Διατάγματος Ουδετερότητας». Χρήσιμα και ενδιαφέροντα συμπεράσματα εξάγονται από την ανάλυση του πολιτικού λόγου των Ελλήνων της Κύπρου στα 1912-1913 τόσο για τους στόχους των απελευθερωτικών πολέμων, όσο και για τα «φυσικά όρια» της «Μεγάλης Ελλάδος». Εξετάζεται επίσης η χρήση των παραδοσιακών μεγαλοϊδεατικών συμβόλων και ο ρόλος που επιφύλασσε η κυπριακή εκδοχή του μεγαλοϊδεατισμού για την ίδια τη μεγαλόνησο, εξαιτίας της γεωγραφικής γειτνίασης με τα μικρασιατικά παράλια. Τον αυθεντικότερο ίσως καθρέπτη για τον αντίκτυπο των Βαλκανικών πολέμων στην Κύπρο αποτελούν τα λαϊκά ποιήματα («φυλλάδες») που εκδόθηκαν από τους Κύπριους ποιητάρηδες για τα πολεμικά γεγονότα και την κυπριακή συμμετοχή, και για τα οποία γίνεται αναλυτική καταλογράφηση και σχολιασμός.
Στο δεύτερο κεφάλαιο αναλύονται οι τεχνικές και οι τρόποι συγκέντρωσης χρηματικών εισφορών υπέρ των «εθνικών αναγκών». Γίνονται αναφορές στον τρόπο διεξαγωγής των εράνων, στις εισφορές σε είδος, κυρίως από τα πτωχότερα στρώματα, στους εράνους των γυναικών, στον καθοριστικό ρόλο των εκπαιδευτικών αλλά και των κληρικών, τον τρόπο αποστολής των εράνων στην Αθήνα, και τη συνεχή αρθρογραφία του τύπου υπέρ της συνέχισης των «εθελοντικής φορολογίας». Τέλος, στα στατιστικά συμπεράσματα, γίνεται ο υπολογισμός του συνολικού ύψους των κυπριακών εράνων του 1912-1913 σε 400.000 δραχμές περίπου (£16.000).
Στη συνέχεια (3ο κεφάλαιο), παρουσιάζονται οι πληροφορίες για τη στρατολόγηση, τις αποστολές και την κατάταξη των Κυπρίων εθελοντών, τη συμμετοχή τους στις πολεμικές συγκρούσεις και αναλύεται η σημασία και η ιδεολογική χρήση της κυπριακής εθελοντικής συμμετοχής για το ενωτικό κίνημα. Ειδικά υποκεφάλαια αφιερώνονται στους δύο πιο γνωστούς εθελοντές του 1912-1913 από την Κύπρο, τον Δήμαρχο Λεμεσού Χριστόδουλο Σώζο και τον μητροπολίτη Κιτίου Μελέτιο Μεταξάκη. Σημαντικά και χρήσιμα είναι και τα συμπεράσματα που εξάγονται για το σύνολο των εθελοντών, τον αριθμό των Κυπρίων πεσόντων, τη γεωγραφική τους καταγωγή και την επαγγελματική τους προέλευση.
Στο κεφάλαιο για την πολιτική εξέλιξη του κυπριακού ζητήματος, παρουσιάζονται οι διάφορες εκτιμήσεις των πολιτευτών και της εκκλησιαστικής ηγεσίας σχετικά με την πολιτική πορεία που έπρεπε να ακολουθήσουν, και εξηγείται η υπερβολική αισιοδοξία που επικράτησε, η οποία θεωρούσε την ένωση «προσεχή και βεβαία», ως απόρροια των ευνοϊκών εξελίξεων για την Ελλάδα στο πολεμικό πεδίο. Γίνεται, επίσης, μια σκιαγράφηση των κυριότερων προσωπικοτήτων της κυπριακής πολιτικής σκηνής με βάση τις αρχειακές πηγές και περιγράφεται η εντυπωσιακή αντίφαση που γεννιέται αυτήν την περίοδο με την υιοθέτηση από τους νεότερους και ριζοσπαστικότερους πολιτευτές (“αδιάλλακτους”) του δόγματος «Εθνικόν κέντρον αι Αθήναι».
Στο πέμπτο κεφάλαιο καταγράφονται οι πληροφορίες για τη στάση των Τούρκων της Κύπρου κατά τη διάρκεια των Βαλκανικών πολέμων, οι πολιτικές τους πρωτοβουλίες (που χαρακτηρίζονται από απαισιοδοξία και ανησυχία) και παρουσιάζονται οι μαρτυρίες που υπάρχουν σχετικά με τη διεξαγωγή εράνων υπέρ της τουρκικής Ερυθράς Ημισελήνου και της ενίσχυσης του τουρκικού στόλου, στον Β΄ Βαλκανικό πόλεμο.
Στο Επίμετρο, καταλογραφούνται 776 Κύπριοι εθελοντές του 1912-1913 (ο συνολικός αριθμός τους υπολογίζεται σε 1500-1800) και στον Κατάλογο των «Εθνικών εράνων» καταχωρούνται οι εισφορές των έξη πόλεων και 271 χωριών του νησιού, και εξάγονται ορισμένα σημαντικά στατιστικά συμπεράσματα που επιβεβαιώνουν το μέγεθος της παγκύπριας συγκίνησης που προκλήθηκε από τους Βαλκανικούς πολέμους.
Το βιβλίο βρίσκεται στα μεγάλα κυπριακά βιβλιοπωλεία

Συγχαρητήρια από καρδιάς, αγαπητέ μου Πέτρο.
<
div>Εύχομαι όλα σου τα έργα να έχουν πολλές επανεκδόσεις και να γίνουν κτήμα πολλών, φωτίζοντας την Ιστορία μας και οδηγώντας στην αντίληψη του χρέους προς τους προγόνους μας.🌼
Sent from my iPhone
<
div dir=”ltr”>
<
blockquote type=”cite”>
Χίλια ευχαριστώ, αγαπητή Μαρούλα! Δύναμη και κουράγιο σου εύχομαι
Θερμά συγχαρητήρια!
Σας ευχαριστώ που με κρατάτε ενήμερη για τόσα ενδιαφέροντα θέματα.
Να είσαστε πάντα καλά!
Εγώ σας ευχαριστώ για τη θετική ανταπόκριση