Λονδίνο, Φεβρουάριος του 1959

Επανερχόμαστε σήμερα, με αφορμή την εξηκοστή επέτειο από την υπογραφή των Συμφωνιών της Ζυρίχης στο Λονδίνο, τον Φεβρουάριο του 1959, για να αναφερθούμε στις αντιδράσεις των μελών της κυπριακής αντιπροσωπείας που κάλεσε ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος στην αγγλική πρωτεύουσα. Στο Λονδίνο μετέβησαν περισσότεροι από τριάντα «σύμβουλοι», υπερβολικά μεγάλος αριθμός για ανάλογες διασκέψεις, που δείχνει την προσπάθεια του Μακαρίου για όσο το δυνατόν ευρύτερη εκπροσώπηση. Ανάμεσά τους ήταν εκπρόσωποι της Εθναρχίας (Μητροπολίτης Κιτίου Άνθιμος και Ηγούμενος Κύκκου Χρυσόστομος), συνεργάτες του Αρχιεπισκόπου (Ν. Κρανιδιώτης, Π. Πασχαλίδης, Μ. Πισσάς), δήμαρχοι (Θ. Δέρβης, Κ. Παρτασίδης, Α. Πούγιουρος, Γ. Χριστοδουλίδης, κ.ά.), γυμνασιάρχες (Κλ. Γεωργιάδης, Π. Παυλίδης, Κ. Σπυριδάκις, Κ. Χατζηϊωάννου), δικηγόροι της παλιάς γενιάς αλλά και της νεότερης, του Αγώνα (Α. Αιμιλιανίδης, Γλ. Κληρίδης, Τ. Παπαδόπουλος, Γ. Χρυσαφίνης), δημοσιογράφοι (Μ. Κωνσταντινίδης, Γ. Χατζηνικολάου, Γλ. Χρίστης), εθναρχικοί σύμβουλοι (Ζ. Ρωσσίδης, κ.ά.) και ο γιατρός Βάσος Λυσσαρίδης. Την τελευταία στιγμή κλήθηκε και ο Ανδρέας Ζιαρτίδης, ο γενικός γραμματέας της ΠΕΟ, που ατύπως, μαζί με τους δημάρχους της Αριστεράς, εκπροσωπούσαν το – εκτός νόμου ακόμη – ΑΚΕΛ. Έλαμψαν διά της απουσίας τους ο Μητροπολίτης Κυρηνείας Κυπριανός και οι άλλοι δύο εξόριστοι των Σεϋχελλών (Π. Ιωαννίδης και Σ. Παπαγαθαγγέλου), ενώ και οι εθναρχικοί σύμβουλοι της Αθήνας (Ιωαννίδης, Κολοκασίδης, Τσαγγαρίδης) είχαν διαχωρίσει τη θέση τους.

Οι λιγοστές μαρτυρίες των μελών της πολυμελούς κυπριακής αντιπροσωπείας (οι σχετικές πηγές της εποχής, τους καταμετρούν από 33 έως 35) για το τι έγινε στο Λονδίνο είναι λίγο – πολύ γνωστές. Πιο αντιπροσωπευτική είναι η έκθεση του Τάσσου Παπαδόπουλου προς τον αρχηγό της ΕΟΚΑ, τον Φεβρουάριο του 1959, που έχει δημοσιευθεί από το 1961 στα «Απομνημονεύματα» του Γ. Γρίβα-Διγενή, όπου ο νεαρός, τότε, δικηγόρος περιγράφει το κλίμα των ασφυκτικών πιέσεων από την ελλαδική αντιπροσωπεία προς τους Κυπρίους εκπροσώπους. Εκεί αναφέρεται ότι ο Ε. Αβέρωφ τους είπε αυτολεξεί: «Το αίμα της Κύπρου επί των χειρών σας. Ως ελληνική κυβέρνησις σας δηλώ ότι αυτό αποτελεί το άκρον άωτον των προσπαθειών μας. Ως εδώ και μη παρέκει.» Σημαντικά είναι όσα αποκάλυψαν για τις μέρες  εκείνες οι Κλ. Γεωργιάδης, Θ. Δέρβης, Ν. Κρανιδιώτης κ.ά., τα οποία σε συνδυασμό με τις μαρτυρίες των Ελλαδιτών πρωταγωνιστών (Αρχείο Καραμανλή, βιβλία Ε. Αβέρωφ, Α. Βλάχου, Δ. Μπίτσιου, κ.ά.) βοηθούν τον σημερινό αναγνώστη να διαμορφώσει μια γενική εικόνα, που συμπληρώνουν οι πληροφορίες από τα βρετανικά, κυρίως, αρχεία. Δυστυχώς, οι περισσότεροι Κύπριοι πρωταγωνιστές είτε δεν άφησαν έγγραφα για εκείνη την περίοδο, είτε δεν μίλησαν ποτέ, είτε προχωρούν σε κρίσεις εκ των υστέρων χωρίς να ενημερώνουν για τον δικό τους ρόλο.

Η απουσία «κυπριακών» αρχειακών μαρτυριών, καθιστά πολύ σημαντικά τα Πρακτικά της συνεδρίας της κυπριακής αντιπροσωπείας στο Λονδίνο, στις 16 Φεβρουαρίου 1959, που δημοσιεύονται στον πρώτο τόμο του βιβλίου του Γαβριήλ Μηνά, «Η εθνική αυτοματαίωση του Ελληνισμού στην Κύπρο» (Λευκωσία 2007, σσ. 63-83), από το Αρχείο Μιχαλάκη Πισσά. Είναι αξιοπρόσεκτο ότι εκεί εμφανίζεται ο Γλαύκος Κληρίδης ως «εκπρόσωπος ΠΕΚΑ-ΑΝΕ» και ο Τάσσος Παπαδόπουλος, «εκ μέρους αγωνιστών ΕΟΚΑ». Ήταν η πρώτη μέρα της αντιπροσωπείας στο Λονδίνο και ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος, σε μια δραματική συνεδρία, τους ενημέρωσε για τα συμφωνηθέντα στη Ζυρίχη. Η συζήτηση, όπως καταγράφεται, αποτυπώνει το ζοφερό κλίμα. Σχεδόν όλοι εξέφρασαν τη διαφωνία τους, για να αποδεχθούν ομόφωνα, τελικώς, την πρόταση του Κωνσταντίνου Σπυριδάκι: «θεωρεί το σχέδιον τόσον από ψυχολογικής όσον και από ρεαλιστικής απόψεως ως απαράδεκτον από κυπριακής πλευράς, έστω και με τροποποιήσεις. Η σοβαρωτέρα αντίδρασις κατ’ αυτόν είναι ότι αναγνωρίζει τον τουρκικόν παράγοντα ως συγκυρίαρχον και την Τουρκίαν ως ρυθμιστήν του παρόντος και του μέλλοντός μας. Εάν το ζήτημα συνεζητείτο μόνον μεταξύ του ελληνικού κυπριακού λαού και της κυριάρχου δυνάμεως, θα ήτο παντελώς απαράδεκτον. Αλλ’ επειδή εις την περίπτωσιν απορρίψεώς του είναι δυνατόν να είναι σοβαρώτερος ο διεθνής αντίκτυπος εις την θέσιν της Ελλάδος και μόνος να γνωρίζη το ζήτημα τούτο είναι ο Μακαριώτατος, ημείς δε ως αδυνατούντες να έχωμεν γνώσιν της θέσεως ταύτης, πρέπει να δηλώσωμεν ότι θα πειθαρχήσωμεν εις οιανδήποτε απόφασιν, την οποίαν ούτος θα λάβη εν επιγνώσει των μεγάλων του ευθυνών, αι οποίαι απορρέουν εκ της θέσεως και του αξιώματός του, διά το μέλλον και την υπόστασιν του ελληνικού κράτους και του ελληνικού έθνους.» Είναι ένα κείμενο που απεικονίζει τις δυσκολίες χειρισμών της ελληνικής κυπριακής πλευράς και τα αδιέξοδα που διαγράφονταν, αλλά και την ιδεαλιστική υποχρέωση «προστασίας της Ελλάδας»… Όπως είναι γνωστό, δυο μέρες αργότερα, οι διαφωνούντες μειώθηκαν στους οκτώ: Ήταν οι πέντε της Αριστεράς, ο Β. Λυσσαρίδης, ο Τ. Παπαδόπουλος και ο Γλ. Χρίστης. Στις 19 Φεβρουαρίου 1959 ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος θα υπέγραφε, τελικώς, τις Συμφωνίες. Το ζήτημα «είχε λυθεί».

Δημοσιεύθηκε στην εφημ. «Ο Φιλελεύθερος» στις 16 Φεβρουαρίου 2019

 

Δύο πρωτοσέλιδα της 20ής Φεβρουαρίου 1959 αποκαλύπτουν το πώς δέχθηκε η κοινή γνώμη στην Κύπρο την υπογραφή των Συμφωνιών. Στο πρώτο η νέα εφημ. «Εθνική» (είχε κυκλοφορήσει το πρώτο της φύλλο στις 17 Φεβρ.) κάνει λόγο για «δραματικάς συνθήκας», ενώ στο δεύτερο η «Χαραυγή» αναφέρει ότι ο Μακάριος «υποχρεώθηκε να επικυρώσει τη Ζυρίχη».

Σχολιάστε..