Έρχεται ο στρατηγός, είναι ο Μίμης ο κοντός…

Έφυγε σήμερα από τη ζωή ύστερα από την τελευταία σύντομη περιπέτεια της υγείας του ο Μίμης Δομάζος, στα 83 του χρόνια, ένας από τους πιο ταλαντούχους και επιδραστικούς Έλληνες ποδοσφαιριστές της σύγχρονης αθλητικής ιστορίας. Σπουδαία μορφή που συνέδεσε το όνομά του με τη μεγάλη ομάδα του Παναθηναϊκού και με την κορυφαία στιγμή του ελληνικού ποδοσφαίρου πριν από την κατάκτηση του Ευρωπαϊκού το 2004, τον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών στο Γουέμπλεϊ, απέναντι στον Άγιαξ του Γιόχαν Κρόιφ, στις 2 Ιουνίου 1971, έπαιξε βεβαίως και στην Εθνική Ελλάδος, όπου ήταν αρχηγός για πολλά χρόνια, όπως και στον Παναθηναϊκό.

Ο Δομάζος ήταν ο καλύτερος Έλληνας ποδοσφαιριστής της εποχής του, σε μια ρομαντική εποχή του πιο αγαπημένου μαζικού αθλήματος του σύγχρονου κόσμου. Ήταν ένα από τα μεγαλύτερα “δεκάρια”, όταν το ποδόσφαιρο αναδείκνυε και περιστρεφόταν γύρω από τέτοιους παίκτες, στην εποχή του Κούδα, του Μίμη Παπαϊωάννου, του Σιδέρη, του Αϊδινίου, του Καμάρα, του Χαϊτα, του Σαράφη, του Τερζανίδη… Λίγα χρόνια παλαιότερος από τον Δεληκάρη, τον Χατζηπαναγή και τον Σαραβάκο, τρεις σπουδαίους Έλληνες ποδοσφαιριστές, της επόμενης γενιάς, με διαφορετικά χαρακτηριστικά από τον “στρατηγό”. Πάντα παθιασμένος με την μπάλα, ήταν η ζωντανή ιστορία του ελληνικού ποδοσφαίρου και της μεγαλύτερης ομάδας του και είμαστε ευτυχείς όσοι προλάβαμε να τον δούμε να φορά την πράσινη φανέλλα με το νούμερο 10. Σε μια εποχή που το ποδόσφαιρο δεν είχε αποκτήσει τα χρήματα, την εμπορικότητα, τους νονούς και την τοξικότητα που το χαρακτηρίζουν τις τελευταίες δεκαετίες στην Ελλάδα. Στα χρόνια του, χρόνια της αθωότητας του ποδοσφαίρου μας, τα γήπεδα φιλοξενούσαν σε ένα κυριακάτικο πανηγύρι. φιλάθλους και από τις δύο αντίπαλες ομάδες, κάτι που πλέον είναι αδιανόητο στην “ευρωπαϊκή” Ελλάδα των ημερών μας. Οταν ακόμη η καζούρα προς τους αντιπάλους και όσα εκστομίζονταν εν χορώ μοιάζουν συνθήματα του Νηπιαγωγείου μπροστά σε αυτά που ακούγονται σήμερα ή γράφονται στο διαδίκτυο. Κι ο “στρατηγός”, ο “κοντός” της ομάδας με το τριφύλλι στο στήθος, σχεδόν πάντα αχώριστος με τον “ψηλό”, τον άτεχνο μεν αλλά μεγάλο γκολτζή Αντώνη Αντωνιάδη μεγάλωσαν γενιές φιλάθλων στις τσιμεντένιες εξέδρες όπου αναστέναζε κάθε Κυριακή μια άλλη Ελλάδα…

Είδα για πρώτη φορά τον Δομάζο να αγωνίζεται και “να μιλά στην μπάλα” τον Δεκέμβριο του 1971, στο παλιό ΓΣΠ, στο κέντρο της Λευκωσίας, σε ένα ματς όπου ο Παναθηναϊκός νίκησε με 3-0 τον Ολυμπιακό Λευκωσίας. Ήμουν τότε έντεκα χρονών και ήταν ο πρώτος μεγάλος ποδοσφαιρικός αγώνας που είδα, οπότε νομίζω ότι θυμάμαι τα πάντα… Με προπονητή τον Φέρεντς Πούσκας και συμπαίκτες τον Οικονομόπουλο, τον Καψή, τον Σούρπη, τον Φυλακούρη, τον Ελευθεράκη… Και τον πρόλαβα ξανά με τα πράσινα στην Τούμπα αλλά και με τα κίτρινα της ΑΕΚ στο σύντομο πέρασμά του από τη Νέα Φιλαδέλφεια. Και τα τελευταία πέτρινα χρόνια για τον Παναθηναϊκό, τον συναντούσαμε να επιμένει να δίνει το παρόν στο ΟΑΚΑ και στη Λεωφόρο. Παραμένοντας ο αγαπημένος αρχηγός των παιδικών μας χρόνων.

Καλό του ταξίδι

Από το επίσημο πρόγραμμα του τελικού του 1971 στο Wembley (πιο κάτω το εξώφυλλο, από το προσωπικό μου αρχείο) η παράγραφος για τον Μίμη Δομάζο αναφέρεται και στον γάμο του με τη “νούμερο ένα τραγουδίστρια της Ελλάδας, Βίκυ Μοσχολιού”… Ένα άλλο σημαντικό κομμάτι του μύθου του.

Σχολιάστε..