Για τον Γιώργο Ηλιάδη

Έφυγε πριν δυο μέρες από τη ζωή ύστερα από μακρά δοκιμασία της υγείας του ο Γιώργος Ηλιάδης (1940 – 2024). Ήταν ένας άνθρωπος που είχε την τύχη να ζήσει την ιστορία κρίσιμων περιόδων της Κυπριακής Δημοκρατίας από πολύ κοντά, έχοντας παράλληλα δημιουργήσει για μια εποχή σημαντικό όνομα στη δημοσιογραφία και στο επιχειρείν του τόπου.

Ο Γιώργος Ηλιάδης γεννήθηκε στη Λευκωσία στις 10 Απριλίου 1940. Ήταν ο πρώτος από τα τρία παιδιά του Ηλία και της Πηνελόπης Ηλιάδη και ήταν αδελφός του Ντίνου και της Μαίρης. Η οικογένειά του ζούσε στον Άγιο Ανδρέα, όπου ο πατέρας του εργαζόταν στις Κεντρικές Φυλακές, και κατόπιν στα εφηβικά του χρόνια μετακόμισαν στην τότε οδό Πασιάδου, σήμερα Θεμιστοκλή Δέρβη. Στα 16 του χρόνια έγινε μέλος της ΕΟΚΑ. Συνελήφθη από τις αποικιακές αρχές δυο φορές και κρατήθηκε για λίγες ημέρες στον Σταθμό του Σεραγίου και στα Κρατητήρια της Κοκκινοτριμιθιάς, όπως και ο πατέρας του, που διετέλεσε πολιτικός κρατούμενος στην Πύλα και στην Κοκκινοτριμιθιά για μήνες.

Στα τέλη του 1958 μετέβη στο Λονδίνο όπου γράφτηκε σε ένα Κολλέγιο για μερικούς μήνες. Στη συνέχεια, μετά την Ανεξαρτησία, επέστρεψε στην Κύπρο και σπούδασε για ένα διάστημα και στην Αθήνα, ενώ προσλήφθηκε, ως πρώην αγωνιστής, στον Συνεργατισμό. Στα γεγονότα του 1963-1964 ανήκε στον λόχο που υπεράσπισε την περιοχή του Αγίου Παύλου. Στα τέλη του 1964 με άλλους τρεις φίλους του ίδρυσαν το νυκτερινό κέντρο «Διόνυσος» και μερικά χρόνια αργότερα ίδρυσε ο ίδιος τον «Σκορπιό», την πρώτη δισκοθήκη της Λευκωσίας και κατόπιν το ομώνυμο εστιατόριο, θρυλικό στην ιστορία της διασκέδασης στη Λευκωσία.

Εκείνα τα χρόνια νυμφεύτηκε την πρώτη του σύζυγο, τη Μαίρη, με την οποία απέκτησαν δυο παιδιά, την Ελένη και τον Ηλία. Μετά την τουρκική εισβολή και τα μεγάλα οικονομικά προβλήματα για τον τόπο άνοιξε με ανάλογη επιτυχία εστιατόριο υψηλού επιπέδου, στο κέντρο της Αθήνας, στην περιοχή του Χίλτον. Εκεί γνωρίστηκε με την Αλίκη Βουγιουκλάκη με την οποία παντρεύτηκαν μυστικά, σε δεύτερο γάμο και για τους δυο τους, τον Ιανουάριο του 1982.

Λίγες μέρες αργότερα επέστρεψε στη Λευκωσία, στα παιδιά του και στην πρώτη του σύζυγο. Με την Αλίκη δεν ήταν γραφτό να ζήσουν περισσότερο μαζί. Από τον Μάιο του 1982 ανέλαβε διευθυντής στην εφημερίδα «Κήρυκας» στον οποίο διετέλεσε και αρχισυντάκτης μέχρι το κλείσιμο της εφημερίδας, το 1991. Ο «Κήρυκας», όπου έγραφε τακτικά και ο Τάσσος Παπαδόπουλος, με τα ψευδώνυμα «Δημόκριτος» ή «Λυσίας», ήταν μια εφημερίδα που άλλαξε την ιστορία της έντυπης κυπριακής δημοσιογραφίας, έχοντας τη σφραγίδα  του Γιώργου Ηλιάδη στην καλύτερη του εποχή. Εκεί αναδείχθηκαν σημαντικοί και σημαντικές δημοσιογράφοι της σημερινής γενιάς, ενώ ιστορική ήταν η συνέντευξη που πήρε από τον Νίκο Σαμψών στο Παρίσι και δημοσιεύθηκε στον «Κήρυκα», το 1986. Μετά την άνοιξη της ιδιωτικής ραδιοφωνίας και τηλεόρασης εργάστηκε και σε άλλες εφημερίδες, ραδιοφωνικούς και τηλεοπτικούς σταθμούς και για χρόνια διατηρούσε, μαζί με τον αδελφό του, Ντίνο Ηλιάδη, τηλεοπτική εκπομπή πολιτικού διαλόγου.

Τον Γιώργο Ηλιάδη πρωτογνώρισα στα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 2000, όταν με κάλεσαν με τον αδελφό του Ντίνο σε μια τηλεοπτική συνέντευξη για την ιστορία της Κύπρου στην εκπομπή «Χωρίς Όρια», που είχαν στο ΡΙΚ. Για είκοσι περίπου χρόνια συνδεθήκαμε στενά καθώς μας ένωναν πολλές κοινές αγάπες. Ο Γιώργος ήταν ένας ξεχωριστός άνθρωπος, προικισμένος με ευγένεια, αγάπη στους φίλους του και είχε μια σπάνια στις μέρες μας αρετή, τη διάκριση. Τα τελευταία χρόνια δοκιμάστηκε πολύ, όμως έδειξε απαράμιλλη δύναμη και σθένος. Τον πείραζα κάθε φορά που μιλούσαμε στο τηλέφωνο, και του εύρισκαν κάτι καινούριο οι γιατροί, ως τον «πολύαθλο Ιώβ». Ήταν ένας άνθρωπος που οι συγκυρίες έφεραν να σχετιστεί στενά με προσωπικότητες όπως ο Πολύκαρπος Γιωρκάτζης και ο Τάσσος Παπαδόπουλος, ενώ μέσω της αδελφής του Μαίρης Εργατούδη, ιδιαιτέρας γραμματέως του προέδρου της Δημοκρατίας η οικογένειά του είχε στενές προσωπικές σχέσεις και με τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο. Στην εξάχρονη θυελλώδη ερωτική του σχέση με την Αλίκη Βουγιουκλάκη γνώρισε την πολιτική, καλλιτεχνική και οικονομική ελληνική ελίτ, με τα καλά και τα στραβά της, ενώ υπήρξε ο μεγάλος έρωτας της μεγάλης Ελληνίδας ηθοποιού. Εδώ και τριάντα και περισσότερα χρόνια συνδέθηκε στενά με τον σημερινό μητροπολίτη Λεμεσού Αθανάσιο, τη Μονή Μαχαιρά, τον Μέσα Ποταμό, τους γέροντές τους, τον πρόωρα χαμένο Αρσένιο, τον Παΐσιο, τον Επιφάνιο. Και με το γυναικείο μοναστήρι του Αγίου Νικολάου στην Ορούντα, την Ιουστίνη και τις μοναχές εκεί, λόγω της συγγένειάς του με τον Άγιο Φιλούμενο τον νεομάρτυρα, τον Ορουντιώτη. Θυμάμαι τη μεγάλη του χαρά όταν τον αντάμωσα στη Θεσσαλονίκη και ετοιμαζόταν να μπει για πρώτη φορά επισκέπτης στο Άγιο Όρος όπως και κάποιους μαγικούς εσπερινούς στα κυπριακά μοναστήρια, όπου η συμμετοχή του στην κοινοβιακή ζωή τον μάγευε και τον αναζωογονούσε.

Όλες αυτές οι εμπειρίες του, μαζί με το χιούμορ του, τον έκαναν έναν σπάνια μοναδικό άνθρωπο. Έτυχε να ταξιδέψουμε μαζί στην Αθήνα, όταν πριν από μερικά χρόνια γυριζόταν το σήριαλ για τη ζωή της Βουγιουκλάκη και θυμάμαι πόσο προστάτεψε τη μνήμη της αρνούμενος να «πουλήσει» λεπτομέρειες της σχέσης τους αλλά και πόσο τρόλαρε τις πρωϊνάδικες εκπομπές στις συνεντεύξεις που έδωσε, καθώς απροσδόκητα για όσα ανέμεναν οι …πρωϊνατζούδες, έφερνε τη συζήτηση στα μοναστήρια, στους γεροντάδες και στα κομποσκοίνια.

Η ζέση και το πάθος της καρδιάς και της αγάπης του, θα λείψει σε πολλούς. Στα παιδιά του, την Ελένη και τον Κωνσταντίνο και τον Ηλία, στα εγγόνια του, στα αδέλφια του, τον Ντίνο και τη Μαίρη, στους υπόλοιπους συγγενείς του και στους πολλούς του φίλους.

Καλόν παράδεισό γέροντά μου. Και καλό δρόμο

Στις χρυσές δημοσιογραφικές του εποχές. Ευχαριστώ τον Ντίνο Ηλιάδη για τη φωτογραφία

Σχολιάστε..