Τη μνήμη του Γρηγόρη Αυξεντίου τίμησε και τιμά όλη η Κύπρος. Αναμφίβολα όμως τις περισσότερες μνήμες από το πέρασμά του από τη ζωή (Φεβρουάριος 1928 – Μάρτιος 1957) είχαν όσοι τον γνώρισαν και συνδέθηκαν μαζί του στη γενέτειρά του Λύση και στην Αμμόχωστο, όπου φοίτησε στο Ελληνικό Γυμνάσιο Αμμοχώστου και αργότερα, μετά την επιστροφή του από την Ελλάδα και τον ελληνικό στρατό σύχναζε στο οίκημα της “Ανόρθωσης”.
Μια πολύτιμη πηγή για τη σχέση του Γρηγόρη Αυξεντίου με το Ελληνικό Γυμνάσιο Αμμοχώστου (την ερχόμενη Τρίτη, 5 Μαρτίου 2024 θα τιμηθούν στο Δημοτικό Θέατρο Λευκωσίας τα 100 χρόνια από την επίσημη αναγνώρισή του από το Υπουργείο Παιδείας της Ελλάδας, τον Μάρτιο του 1924) αποτελεί το αφιέρωμα στον Γρηγόρη Αυξεντίου, στο πέμπτο τεύχος του μηνιαίου (!) σχολικού περιοδικού “Πυρσός” (Μάιος – Ιούνιος 1960). Στη συντακτική επιτροπή του περιοδικού μετείχαν οι Κ. Π. Κύρρης και Μ. Λοϊζίδης ως “σύμβουλοι καθηγητές” και ο τότε τελειόφοιτος Αδάμος Κ. Αδαμίδης ως αρχισυντάκτης (νομικός κατόπιν και για μια τετραετία υπουργός της Κυπριακής Δημοκρατίας). Καλλιτεχνικός υπεύθυνος ήταν ο επίσης τελειόφοιτος Μάρκος Παρτζίλης, κατόπιν αρχιτέκτονας, στον οποίο οφείλεται το εξώφυλλο, που αναδημοσιεύω πιο κάτω, και η εικαστική επιμέλεια του τεύχους.
Από τον “Πυρσό”, αποσπώ για τη σημερινή επέτειο το άρθρο του κορυφαίου Κύπριου φιλόλογου Κ. Π. Χατζηιωάννου, καθηγητή του Αυξεντίου στο Γυμνάσιο Αμμοχώστου, όπως δημοσιεύθηκε το 1960 (διατηρείται η ορθογραφία του πρωτοτύπου).
“Ο ανήσυχος, αγνός, συναισθηματικός Γρηγόρης Αυξεντίου ως μαθητής
Ο Γρηγόρης Αυξεντίου ήταν μια ανήσυχη φύση, με διαρκείς αναζητήσεις. Είχε πολύ καλή καρδιά, πατριωτισμό και εξαίρετο χαρακτήρα∙ γι’ αυτό ήταν αγαπητός σ’ όλους τους συμμαθητές του. Είχε δυνατή θέληση και ήξερε τι ήθελε. Μιλούσε με αυτοπεποίθηση κι ανέπτυσσε πρωτοβουλίες σε πολλά ζητήματα. Από απόψεως επιδόσεως εις τα μαθήματα δεν ήταν άριστος, μα στις εκθέσεις ήταν πολύ δυνατός. Συναισθηματικός τύπος, καθώς ήταν, σκορπούσε αφειδώλευτα στις περιγραφές τον πλούτο των συναισθημάτων του κι ο λόγος του γινόταν πολύ ζωντανός και ευχάριστος.
Ο πατριωτισμός του ήταν αγνός κι άδολος. Θυμάμαι πόσο ωραία έπαιξε το ρόλο του Αρχιεπισκόπου Κυπριανού στο δραματοποιηθέν ποίημα του Βασίλη Μιχαηλίδη “Η 9η Ιουλίου εν Κύπρω”. Φαινόταν καθαρά ότι ένοιωθε και πίστευε όσα έλεγε και γι’ αυτό μπόρεσε να διερμηνεύση κατά τρόπον αξιοθαύμαστο το ρόλο του υπερόχου εθνομάρτυρα, που πρόσφερε τον εαυτό του σαν εξιλαστήριο θύμα για τη σωτηρία του λαού του με τα αθάνατα προφητικά λόγια.
“Κόψε μας ούλλους τζι΄ας γινή το γαίμαν μας αυλάτζιν!
Κάμε τον κόσμον ματζελιόν τζιαί τους Ρωμιούς τραούλλια,
αμμά ΄ξερε πως ήλαντρον όντας κοπή καβάτζιν,
τριύρω του πετάσσονται τρακόσια παραπούλλια!”
Οι θεατές είχαν ηλεκτρισθή και τον χειροκροτούσαν φρενιτιωδώς, μα εκείνος συνέχιζε το ρόλο του γαλήνια. Η φωνή του υποβλητική, βαθειά, σταθερή, φαινόταν σαν να ‘ρχόταν από κάπου μακρυά, από τα βάθη της Κυπριακής Ιστορίας και όχι από το πρόσωπο τούτο που βρισκόταν πάνω στη σκηνή.
Ουδέποτε μπορούσα να φαντασθώ πως ο έφηβος αυτός με το μακρουλό πρόσωπο, σαν προσωπογραφία του μεγάλου Έλληνος ζωγράφου Θεοτοκόπουλου και με τα ολόμαυρα ονειροπόλα μάτια που τον δείχνανε πάντα βυθισμένο σε διαλογισμούς, θα διεδραμάτιζε τόσο υπέροχο και ξεχωριστό ρόλο στην απελευθέρωση της πατρίδας μας. Πως θα γινόταν ο θρυλικός ήρωας, ο υπαρχηγός της ΕΟΚΑ, που δόνησε τις ψυχές των Ελλήνων κι όλου του κόσμου με το υπεράνθρωπο κατόρθωμά του και την ανυπέρβλητη θυσία του. Κι όμως οι πράξεις του Γρηγόρη Αυξεντίου είχαν τόση συνέπεια μεταξύ τους από τον καιρό που ήταν ένας έφηβος μαθητής μέσα σε τόσους άλλους, ως την ημέρα που ανεδείχθη ο ξεχωριστός ήρωας που η δόξα του έχει ξεπεράσει τ’ άστρα!
Δρ. Κ. Π. Χατζηιωάννου”

Το εξώφυλλο του “Πυρσού”. Σχέδιο εξωφύλλου Μάρκος Παρτζίλης. (Βιβλιοθήκη Πέτρου Παπαπολυβίου)