Έφυγε σήμερα από τη ζωή, στην προσφυγιά, ο Γεώργιος Ξενοφώντος, γνωστότερος με το δημοσιογραφικό ψευδώνυμο Γ. Σέρτης. Γεννήθηκε έναν άλλο δίσεχτο χρόνο, το 1948, στη σπανιότερη μέρα του ενιαυτού, στις 29 Φεβρουαρίου, σαν τον Σμυρνιό Γιώργο Σεφέρη, σε ένα από τα πιο ορεινά σε υψόμετρο χωριά του Τροόδους, τον Αμίαντο, τον οποίο έζησε, κατά πως τον παρουσίαζε στα γραπτά του, σαν μια ευρωπαϊκή πολιτεία με χιλιάδες μεταλλωρύχους. Σπούδασε στη Θεσσαλονίκη, στη Φιλοσοφική Σχολή, και αγάπησε την πόλη, τους ανθρώπους της και τις μουσικές της. Νυμφεύτηκε την εξ Αγίου Γεωργίου Κερύνειας Ειρήνη Πράτσου, έζησαν εκεί μέχρι την τουρκική εισβολή του 1974 και έκτοτε πολιτογραφήθηκε εκ πεποιθήσεως Αϊγιωρκίτης. Ως φιλόλογος υπήρξε σπουδαίος δάσκαλος, από αυτούς που θυμούνται για όλη τους τη ζωή οι μαθητές και οι μαθήτριες τους για την αγάπη τους στο διδακτικό τους αντικείμενο, τις γνώσεις τους και την προσέγγιση στους νέους. Ταπεινός και σεμνός, απέφευγε προαγωγές και “κλίμακες”, ενώ γνώρισε διάφορες διώξεις για την παράλληλη δημοσιογραφική του δράση, καθώς οι εν ισχύι στη Δημοκρατία μας νόμοι της αποικιοκρατικής περιόδου απαγόρευαν στους εκπαιδευτικούς να αρθρογραφούν…
Τη δημοσιογραφική του σταδιοδρομία ξεκίνησε το 1975, και εργάστηκε στα “Νέα”, στον “Ανεξάρτητο”, στο “Παρασκήνιο” (1987-1998), πριν μεταπηδήσει, από το 1989 στον “Φιλελεύθερο” όπου έγραφε για περίπου 35 χρόνια. Μέχρι πριν από 3-4 χρόνια έγραφε καθημερινό χρονογράφημα, ενώ εξακολούθησε να γράφει μια φορά τη βδομάδα, μέχρι το καλοκαίρι του 2023. Για χρόνια, επίσης, το “Κατά Σέρτην μονόστηλο” αναμετάδιδε κάθε πρωί από το “Ράδιο Πρώτο” ο Λάζαρος Α. Μαύρος. Ο Σέρτης μπορεί να έγινε γνωστός και να καθιερώθηκε για τα χρονογραφήματά του, ωστόσο στα πρώτα χρόνια έγραφε και άρθρα για την ελληνική λογοτεχνία και τη μουσική.
Με τον “Γεώργιο Ξενοφώντος Σέρτη”, όπως του άρεσε να αυτοπαρουσιάζεται, συνδέθηκα στα τελευταία είκοσι χρόνια, λόγω της κοινής συνεργασίας μας στον ¨Φιλελεύθερο”. Ήταν ένας λαμπερός άνθρωπος, σπουδαίος φιλόλογος, που αγαπούσε την πατρίδα του όσο και την οικογένειά του, την Ειρήνη, τα παιδιά και τα εγγόνιά του, έντιμος και αφιλοχρήματος. Γεμάτος άνθρωπος, χωρίς συμπλέγματα και ανασφάλειες, σήκωνε το τηλέφωνο για να μοιραστεί τις χαρές σου, για να σχολιάσει ή να συμπληρώσει ένα κείμενό σου, για να φέρει νέες ιδέες ή προτάσεις. Οι συναντήσεις μαζί του, στην πρόχειρή του βιβλιοθήκη-γραφείο ήταν μαθήματα σύγχρονης ιστορίας της Κύπρου και της Ελλάδας, με εκτενείς αναφορές στους καθηγητές του στο ΑΠΘ, στους συναδέλφους του και στα πάθη του, στη Μέση Εκπαίδευση και στη δημοσιογραφία, στην Πατριδογνωσία, Αμιάντου και Αγίου Γεωργίου Κηρυνείας, στην ελληνική μουσική και στους μαστόρους της. Και για τον αγαπημένο του Άη Δημήτρη της Σαλονίκης, τον Μυροβλήτη. Ένας από τους τελευταίους εκπροσώπους μιας σπουδαίας γενιάς δημοσιογράφων που παρέμειναν στις αρχές, στις αξίες και στην εντιμότητα της εποχής των τυπογραφικών στοιχείων, των χειρογράφων και της γραφομηχανής. Κι ένας άνθρωπος από αυτούς που σημάδεψαν την ιστορία της κυπριακής δημοσιογραφίας στον πικρό μισό αιώνα μετά την εισβολή του 1974. Με καθαρότητα στις θέσεις και στις απόψεις του. Και ας ενοχλούσε, για αυτό, πολλούς.
Ώρα σου καλή Γεώργιε! Και καλήν αντάμωση. Στις ακτές της Κερύνειας και στα στενά της Άνω Πόλης
Από τα χιλιάδες χρονογραφήματά του εκλιπόντος, ένα τυχαίο δείγμα της περιόδου του “Παρασκηνίου”, στο φύλλο της 16ης Ιανουαρίου 1988. Τίτλος, ¨Πατρίδας …απορία”

Κατέλιπε πολλά και υψηλά.
Εμάς τους…αρχαίους δημοσιογράφους, μας αποκαλούσε παλιάς κοπής.
<
div>Φτωχαίνει ο κόσμος του χρέους και της ανθρωπιάς📚
<
div>
Sent from my iPhone
<
div dir=”ltr”>
<
blockquote type=”cite”>